Ποιος ήταν ο κύριος Ρίχτερ;





Ο Τσαρλς Φράνσις Ρίχτερ (Charles Francis Richter) (26 Απριλίου, 1900 – 30 Σεπτεμβρίου, 1985), ήταν Αμερικανός σεισμολόγος και φυσικός.

Γεννήθηκε ως Charles Francis Kinsinger, το 1900 στο Χάμιλτον του Οχάιο, όμως μετά τον χωρισμό των γονιών του, όταν ο ίδιος ήταν σε παιδική ηλικία, έμεινε με τη μητέρα του και το 1926 επέλεξε το πατρικό της επώνυμο.

Με την οικογένεια του παππού του από τη μητέρα του το 1916 μετακόμισαν στο Λος Άντζελες, τον ίδιο χρόνο που ολοκλήρωσε τα μαθήματα της Μέσης Εκπαιδεύσεως. Ξεκίνησε σπουδές Χημείας τις οποίες εγκατέλειψε και στράφηκε στη Φυσική, αποκτώντας Bachelor's το 1920 από το Πανεπιστήμιο του Stanford.

Τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε τις μεταπτυχιακές σπουδές του και επέστρεψε στην μητρική του οικία, ενώ νοσηλεύτηκε για ένα χρόνο σε ιδιωτική ψυχιατρική κλινική, καθώς όπως διαπιστώθηκε πολλά χρόνια αργότερα, έπασχε από τη διαταραχή που έγινε γνωστή ως «Σύνδρομο Asperger», [το όνομα του Αυστριακού παιδιάτρου από τη Βιέννη Dr. Hans Asperger που πρώτος την περιέγραψε].

Μετά την έξοδό του από την ψυχιατρική κλινική, εργάστηκε στις εξωτερικές εργασίες του Κοινοτικού Μουσείου του Λος Άντζελες και αργότερα ως πωλητής σιδηρικών, συγκεντρώνοντας χρήματα για τις σπουδές του.

Επέστρεψε το 1923 στο Πολυτεχνείο toy Caltech, [California Technology], όπου καθηγητής ήταν ο Ρόμπερτ Μίλικαν, [Robert Α. Millikan], φυσικός και κάτοχος βραβείου Νόμπελ, σπούδασε ατομική φυσική, και το 1928 απέκτησε διδακτορικό δίπλωμα, ενώ έδειξε ιδιαίτερη έφεση στην κβαντομηχανική.

Το 1927 τον επέλεξε ως part time βοηθό του ο καθηγητής Millikan, για το Σεισμολογικό Εργαστήριο του Caltech, το 1928 φοίτησε στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας και κατόπιν εργάστηκε για διάστημα δέκα χρόνων στην Ουάσιγκτον και την Πασαντίνα.

Είναι κυρίως γνωστός για τη δημιουργία της κλίμακας Ρίχτερ η οποία, μέχρι τη διαμόρφωση της μεθόδου του μεγέθους σεισμικής ροπής το 1979, χρησιμοποιούνταν για τη μέτρηση του μεγέθους των σεισμών.

Εμπνευσμένος από τη μελέτη του Ιάπωνα Κίγοο Βαντάτι (Kiyoo Wadati) το 1928 σχετικά με βαθείς και ρηχούς σεισμούς, ο Ρίχτερ χρησιμοποίησε για πρώτη φορά την κλίμακα το 1935 μετά την ανάπτυξη της σε συνεργασία με τον Μπένο Γκούτενμπεργκ, η οποία αντικατέστησε την κλίμακα Μερκάλι, που μετρούσε την ένταση ενός σεισμού και όχι το μέγεθος και το επίκεντρο του.

Η κλίμακα αρχικά χρησιμοποιήθηκε να μετράει το μέγεθος τοπικών σεισμών στην περιοχή της νότιας Καλιφόρνιας. Το 1952 ανακηρύχθηκε καθηγητής στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια και τη διετία 1959-60 κατοίκησε στην Ιαπωνία ως υπότροφος του Ιδρύματος Φουλμπράιτ και ασχολήθηκε με τη δημιουργία κανόνων ασφαλείας στα κτίρια για περιοχές με υψηλή σεισμική δραστηριότητα. Εργάστηκε και δίδαξε μέχρι το 1970, στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας.

Και οι δύο επιστήμονες εργάζονταν στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και πήρε το διδακτορικό του από το Ινστιτούτο. Εργάστηκε σαν βοηθός ερευνητής στο Ινστιτούτο Κάρνεγκι από το 1927 μετά από πρόσκληση του νομπελίστα φυσικού Ρόμπερτ Μίλικαν. Εκεί ξεκίνησε και η συνεργασία του με τον Μπένο Γκούτενμπεργκ.

Η κλίμακα Ρίχτερ

Το εργαστήριο σεισμολογίας στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια ήλπιζε να ξεκινήσει την έκδοση τακτικών αναφορών για τους σεισμούς στη Νότια Καλιφόρνια, και είχε την ανάγκη ενός συστήματος μέτρησης της έντασης των σεισμών για τις αναφορές αυτές.

Ο Ρίχτερ και ο Γκούτενμπεργκ επινόησαν την κλίμακα, η οποία θα γινόταν γνωστή σαν κλίμακα Ρίχτερ, για την κάλυψη των αναγκών αυτών, η οποία βασιζόταν στη μέτρηση της μετατόπισης του εδάφους εξαιτίας των σεισμικών κυμάτων, όπως είχε προταθεί από τον Κίγοο Βαντάτι.

Σχεδίασαν ακόμη ένα σεισμογράφο που μετρούσε τη μετατόπιση αυτή, και ανέπτυξαν μία λογαριθμική κλίμακα για τη μέτρηση του μεγέθους. Η ονομασία μέγεθος (magnitude) για τη μέτρηση αυτή προήλθε από το ενδιαφέρον του Ρίχτερ στην αστρονομία κατά την παιδική του ηλικία.

Στην επιστήμη αυτή το μέγεθος των αστεριών μετριέται σε μεγέθη (magnitudes). Η συμβολή του Γκούτενμπεργκ ήταν ουσιώδης, αλλά η αποστροφή του προς τις συνεντεύξεις συνέβαλλε στη μη συμπερίληψη του ονόματος του στην κλίμακα. Μετά τη δημοσίευση της το 1935, η κλίμακα γρήγορα υιοθετήθηκε στη μέτρηση της έντασης των σεισμών.

Η κλίμακα Ρίχτερ είναι λογαριθμική. Αύξηση του μεγέθους του σεισμού κατά μία ακέραια μονάδα της κλίμακας, αντιπροσωπεύει δεκαπλασιασμό του πλάτους των δονήσεων που καταγράφονται από ένα σεισμογράφο Wood-Anderson και 31,5 φορές μεγαλύτερη έκλυση ενέργειας.

Ως «βαθμός 0» επελέγη συμβατικά η ασθενέστερη δόνηση που μπορούσε να καταγραφεί την εποχή που καθιερώθηκε η κλίμακα. Οι σύγχρονοι σεισμογράφοι καταγράφουν και ασθενέστερες δονήσεις από εκείνες που αρχικά είχαν επιλεγεί για να ορίσουν το «0» (οι οποίες και ορίζονται με αρνητικές τιμές). Πρακτικώς, η ασθενέστερη δόνηση που μπορεί να υπάρξει είναι - 1,5 Ρίχτερ, που ισοδυναμεί με το σπάσιμο μίας πέτρας.

Μία εμπειρική αντίληψη του βαθμού «1» της κλίμακας είναι η δόνηση που παράγεται από τη διέλευση ενός τρένου ή ενός ερπυστριοφόρου άρματος με μέση ταχύτητα σε άσφαλτο, ενώ βαθμός «2» είναι η δόνηση που αντιλαμβάνονται οι θεατές παρέλασης από διέλευση ίλης αρμάτων.

Παρά τα παραπάνω, στη σύγχρονη πρακτική χρησιμοποιείται ένα πιο σωστά θεμελιωμένο μέτρο για το μέγεθος του σεισμού, η «σεισμική ροπή», η οποία παρέχει πολύ πιο ομοιόμορφη κλίμακα για το σεισμικό γεγονός.

Η ένταση της διακρίνεται στους ακόλουθους βαθμούς κλίμακας


< 0 R, μικροσεισμός, δεν γίνεται αισθητός και καταγράφεται μόνο από σεισμογράφους,

0-0,9 R, μικροσεισμός, δεν γίνεται αισθητός, καταγράφεται μόνο από σεισμογράφους,

1,0-1,9 R, μικροσεισμός, δεν γίνεται αισθητός, καταγράφεται μόνο από σεισμογράφους,

2,0-2,9 R, μικροσεισμός, σχεδόν πάντα μη αισθητός, πιθανώς αισθητός από μερικούς ανθρώπους κοντά στο επίκεντρο,

3,0-3,9 R, ασήμαντα αισθητός, χωρίς ζημιές,

4,0-4,9 R, ασθενώς αισθητός με ελαφρές συνήθως ζημιές γύρω από το επίκεντρο,

5,0-5,9 R, μέτρια αισθητός, με ζημιές σε ακτίνα 10 km2,

6,0-6,9 R, ισχυρά αισθητός με σοβαρότατες ζημιές σε ακτίνα 100 km2,

7,0-7,9 R, καταστροφικός με μεγάλες καταστροφές και ανθρώπινες απώλειες, εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο,

8,0-8,9 R, εξαιρετικά καταστροφικός με μεγάλες καταστροφές και ανθρώπινες απώλειες, πολλές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο,

9,0-9,9 R ασύλληπτα καταστροφικός με τεράστιες καταστροφές και τεράστιες ανθρώπινες απώλειες, πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο. Ελάχιστοι σεισμοί αυτού του μεγέθους έχουν καταγραφεί στην παγκόσμια ιστορία. Ο ισχυρότερος καταγραμμένος σεισμός ήταν 9,5 R στη Χιλή.

≥ 10,0 R, μετεωρικός, καθώς δεν υπάρχει τόσο μεγάλου μήκους σεισμογόνο ρήγμα στη Γη και μόνο από πρόσκρουση με αστεροειδή ή κομήτη μπορεί να συμβεί, όμως πρακτικά, θα ισοδυναμούσε με καταστροφή παγκόσμιας κλίμακας.

Αντίθετα με άλλες κλίμακες μέτρησης, όπως Ρόσι-Φορέλ, Μερκάλι, Μεντβέντεφ, Σπονχόγιερ, Κάρμικ, μετρά το μέγεθος, την ισχύ, του σεισμού σε ένα δεδομένο σημείο και όχι τις ζημιές που προκαλούνται από το σεισμό.

Κάθε επιπλέον βαθμός αντιστοιχεί σε σεισμικό κύμα δέκα φορές ευρύτερο που η ισχύς του είναι 30 φορές μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα ένας σεισμός 9 βαθμών της κλίμακας είναι 900 φορές ισχυρότερος από έναν σεισμό 7 βαθμών.

πηγή
Ποιος ήταν ο κύριος Ρίχτερ; Ποιος ήταν ο κύριος Ρίχτερ; Reviewed by Unknown on 23:00 Rating: 5
Από το Blogger.