Ακούγοντας το όνομα «Ορφέας», ανατρέχουμε αυτόματα στον Ορφέα τον Θράκα, τον αναφερόμενο ως συγγραφέα των Ορφικών ύμνων. Ως Θράκας στην καταγωγή, έχει γίνει ο τιμώμενος ήρωας στην σημερινή Θράκη (δυτική Θράκη), δανείζοντας το όνομά του σε σημερινούς συλλόγους, πολιτιστικούς και αθλητικούς, της Ελληνικής Θράκης και σε εορτές και εκδηλώσεις οι οποίες γίνονται προς τιμήν του. Φυσικά εύλογα θεωρούμε ότι ο Ορφέας ο Θράκας είναι ένας μυθικός ήρωας που κατάγονταν κάπου από Ξάνθη, Ροδόπη ή Έβρο. Εδώ ακριβώς είναι ο σύγχρονος «Μύθος», γιατί ο Ορφέας ΔΕΝ καταγόταν από την σημερινή Δυτική Θράκη.
Η γενεαλογία του Ορφέα κρατάει από τον Θάροπα ή Χάροπα. Σχετικά ο Απολλόδωρος έγραψε (Απολλόδωρου βιβλιοθήκη σελ. 81-82): «Ο Διόνυσος όταν εφεύρε την άμπελον, καθιστάμενος μανιακός από την Ήρα, περιπλανήθηκε από την Αίγυπτο μέχρι την Συρία. Και κατά πρώτον μεν τον υποδέχθηκε ο βασιλεύς των Αιγυπτίων Πρωτεύς, κατόπιν δε έφθασε στα Κύβελα της Φρυγίας, όπου καθαρισθείς από την θεά Ρέα (η Ρέα που λατρεύονταν στα Κύβελα και έτσι απέκτησε την προσωνυμία Ρέα - Κυβέλη) και μόλις έμαθε τις τελετές αυτής και λαμβάνοντας από εκείνην την στολή, μετέβηκε μέσω της Θράκης στους Ινδούς. Κατά την διέλευση του Διονύσου από την Θράκη, ο υιός του Δρύαντα Λυκούργος, βασιλεύων στους Ήδωνούς (κατά τον Άπολλόδωρον δίπλα στον Στρυμόνα), πρώτος έξυβρίζων τον Διόνυσο τον απόδιωξε. Και ο μεν Διόνυσος κατέφυγε στην νύμφη Θέτιδα, θυγατέρα του Νηρέα, οι δε ακόλουθοι του Διονύσου, οι Βάκχες, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, καθώς και το πλήθος των Σατύρων που ακολουθούσε. Αλλά οι Βάκχες με την επενέργεια του Διονύσου λύθηκαν ξαφνικά, ο δε Λυκούργος κατέστη μανιακός από τον Διόνυσο, και πάνω στην μανία του εξέλαβε τον υιόν του Δρύαντα σαν κλήμα αμπέλου και αφού κτύπησε αυτόν με πέλεκυ, τον διαμέλισε σε κομμάτια. Τότε ξαφνικά σωφρονίστηκε. Επειδή δε η γη έμεινε άκαρπη, ο θεός έδωσε χρησμό, ότι τότε θα καρποφορήσει η γη, όταν θανατωθεί ο Λυκούργος. Οι Ηδωνοί όταν άκουσαν τον χρησμό οδήγησαν τον Λυκούργο στο Παγγαίο, όπου τον έδεσαν και εκεί κατά την βούληση του Διονύσου πέθανε σπαρασσόμενος από ίππους. Ο δε Διόνυσος περνώντας την Θράκη και την Ινδική και αφού έστησε αναμνηστικές στήλες της περιοδείας του έφθασε στις Θήβες, όπου εξανάγκασε τις γυναίκες να εγκαταλείψουν τις οικίες των και να βακχεύουν στον Κιθαιρώνα».
Το κομμάτιασμα του Λυκούργου μας προϊδεάζει για τον τεμαχισμό του ίδιου του Θεού Διόνυσου και παρασταίνει την τελετουργία του τεμαχισμού του Βασιλιά, την οποία θα ξανασυναντήσουμε και στον σύγχρονο –κατά μία έννοια – συμβολικό τεμαχισμό του βασιλιά στην Αλχημεία. Εδώ υφίσταται μια συνταύτιση του βασιλιά Λυκούργου με τον Βασιλιά Θεό Διόνυσο, γεγονός που διασώζει και ο Στράβωνας, ο οποίος έγραψε: «Και τον Διόνυσον δε και τον Ηδωνόν Λυκούργον συνταυτίζοντες υπαινίσσονται την ομοτροπίαν των ιερών».
Την μυθιστορία του βασιλέα των Ηδωνών Λυκούργου, διασώζει και ο μεγάλος τραγικός Σοφοκλής που έγραψε (Αντιγόνη 955): «Και τον οργισμένο υιό του Δρύαντα, τον βασιλέα των Ηδωνών, επειδή τον περιέπαιξε, ο Διόνυσος τον έδεσε με πέτρινα βρόχια και έτσι ξεθύμανε την τρομερή και ανήμερη μανία του. Και εκείνος κατανόησε στην συνέχεια πώς πάνω στην μανία του πρόσβαλε με γλώσσα περιφρονητική τον Θεό. Τότε πού εμπόδιζε τις θεόπνευστες γυναίκες στην Βακχική φωτιά και ερέθιζε τις Μούσες, πού αγαπούν τον αυλό».
Από τας απολεσθείσες τραγωδίες του Αισχύλου είναι και η Λυκούργεια, στην οποία ανήκαν ως τριλογία οι Ηδωνοί, αι Βασσαρίδες, οι Νεανίσκοι και το σατυρικό δράμα Λυκούργος. Η υπόθεση αυτής ήταν η τιμωρία του βασιλιά των Ηδωνών Λυκούργου, διότι αντιστάθηκε στην εισαγωγή της λατρείας του Διονύσου. Την υπόθεση την εμπνεύστηκε ο Αισχύλος από τους στίχους του Όμηρου.
«…μήτε κι ο Λυκούργος μπόρεσε, του Δρύαντα ο γιος ο γαύρος,
χρόνια πολλά να ζήσει, ως τα 'βαλε με τους θεούς στα ουράνια.
Στο άγιο βουνό της Νύσας κάποτε του Διόνυσου τις βάγιες,
του βακχευτη θεού, κυνήγησε᾿ κι ευτύς ετούτες όλες
πετούσαν καταγής τους θύρσους τους᾿ κι ο αντροφονιάς Λυκούργος
με τη βουκέντρα του τις κέντριζε….» (Ιλιάδα Ζ -130 – 135).
Κατά μία παράδοση, μετά τον Θάνατο του βασιλιά των Ηδώνων Λυκούργου, ο Διόνυσος όρισε βασιλέα τον Θάροπα ή Χάροπα επειδή δέχθηκε και συνάμα βοήθησε τον Θεό Διόνυσο, μυώντας τον παράλληλα αυτόν και τον υιό του και μετέπειτα βασιλέα Οίαγρο, στα Διονυσιακά μυστήρια.
Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Φυλλίς είναι γνωστή μία θυγατέρα του βασιλιά Σίθωνα της Θράκης και της συζύγου του Νύμφης Μενδηίδας ή Αγχινόης (ή Αγχιρρόης). Επομένως η Φυλλίς ήταν εγγονή θεού (του Ποσειδώνα ή του Άρη) από την πλευρά του πατέρα της. Η Φυλλίς αυτοκτόνησε επειδή ο Δημοφώντας, τον οποίο θα παντρευόταν, δεν έφθασε εγκαίρως για την τέλεση του γάμου τους. Σύμφωνα με μία αναφορά, ο πατέρας της Φυλλίδας ονομαζόταν Λυκούργος και ήταν επίσης βασιλιάς της Θράκης, μη σχετιζόμενος με κάποιον από τους γνωστούς Λυκούργους.
Ο Δημοφώντας, που είχε αρραβωνιαστεί τη Φυλλίδα κατά την επιστροφή του από τον Τρωικό Πόλεμο, έπρεπε να επιστρέψει εσπευσμένα στην Αθήνα για να βοηθήσει τον πατέρα του. Η Φυλλίς του έδωσε μαζί του ένα φέρετρο με τα ιερά της Ρέας, ζητώντας του να το ανοίξει μόνο αν και όταν θα είχε χάσει κάθε ελπίδα ότι θα επέστρεφε σε εκείνη. Ο Δημοφώντας άνοιξε το φέρετρο και σκοτώθηκε κατά μία εκδοχή πέφτοντας πάνω στο ίδιο του το ξίφος, ενώ η Φυλλίς απαγχονίσθηκε από ένα δένδρο. Στο μέρος που θάφτηκε, φύτρωσε μια μυγδαλιά, που άνθησε μόνο όταν ο Δημοφώντας, κάποτε, ξαναπέρασε από εκεί.
Η ιστορία αυτή εμφανίζεται στο δεύτερο βιβλίο του επιστολικού έπους «Ηρωίδες» του Ρωμαίου ποιητή Οβιδίου και σε έργο του ποιητή Καλλιμάχου. Η αρχαία ονομασία «Εννέα Οδοί» για την Αμφίπολη προέρχεται από τον μύθο της Φυλλίδας, η οποία λέγεται ότι είχε πάει εννέα φορές στην ακτή, περιμένοντας την επιστροφή του Δημοφώντα.
Τον Τυμβο της Φυλλιδος τον περιγραφει ο ποιητης Κολουθος το 500μΧ. Τον περιγραφει ευρισκομενο στην Αμφιπολη διπλα στον Στρυμονα.
Ο Δημοφών και ο αδελφός του ο Ακάμας ήταν παιδιά του Θησέα. Τα ονόματα των δύο αυτών παιδιών παραπέμπουν και θυμίζουν τις ιδιότητες του πατέρα τους: Ακάμας είναι ο ακάματος και Δημοφών είναι ο σωτήρας του λαού. Σύμφωνα με μία τρίτη εκδοχή μητέρα του Δημοφώντα και του Ακάμαντα ήταν η Αριάδνη. Απέκτησε μαζί με τον Θησέα στη Νάξο δύο γιους, οι οποίοι ήταν είτε ο Δημοφών και ο Ακάμας είτε ο Στάφυλος και ο Οινοπίων. Στο γυρισμό τους για την Αθήνα, ο Θησέας και οι σύντροφοί του έκαναν μια στάση στο νησί της Νάξου. Εκεί, στο όνειρο του Θησέα εμφανίστηκε ο θεός Διόνυσος και του είπε ότι έπρεπε να φύγουν από το νησί χωρίς την Αριάδνη, αφού ήταν γραφτό να μείνει εκεί και να γίνει γυναίκα του. Η Αριάδνη έμεινε στη Νάξο και παντρεύτηκε το θεό Διόνυσο κι έτσι αναπτύχθηκε και η λατρεία της σαν θεότητα στο νησί. Ο Διόνυσος (ή η Αφροδίτη ή οι Ώρες) της χάρισε χρυσό στεφάνι, έργο του Ηφαίστου, και την έφερε μαζί του στον Όλυμπο. Η θνητή Αριάδνη έφθασε έτσι να γίνει αθάνατη σύζυγος θεού.
Μια άλλη εκδοχή βέβαια προσδιορίζει τον θανατό της από τον Περσέα! Η παράδοση αυτή συσχετίζει τον Περσέα και τον Διόνυσο, και μάλιστα σε μια σχέση αντιπαλότητας παρόμοια με του Πενθέα στη Βοιωτία. Ο Διόνυσος είχε πάει στην Αργολίδα αψηφώντας την κυριαρχία του ήρωα στον τόπο. Η μάχη μεταξύ τους ήταν σφοδρή. Από τη μια ο Διόνυσος, η γυναίκα του Αριάδνη, οι Μαινάδες· από την άλλη ο Περσέας, με συμπαραστάτη του την Ήρα, σκότωσε μια Μαινάδα και απολίθωσε την Αριάδνη δείχνοντάς της το κεφάλι της Μέδουσας. Με τη μεσολάβηση της Ήρας οι δυο άνδρες συμφιλιώθηκαν, ορίστηκε μάλιστα κοινή γιορτή με χορούς. (Σύμφωνα με άλλη παράδοση ο Περσέας σκότωσε τον Διόνυσο και τον έριξε νεκρό στα νερά της Λέρνας.)
Οι δεσμοί της βασιλικής Μακεδονικής δυναστείας με το Άργος, πατρίδα του ήρωα Περσέα, ήταν ήδη μακρινό παρελθόν πριν ο Φίλιππος Ε’ αποφασίσει να τις ενισχύσει στην προσπάθειά του να δείξει συγγένεια με τον Φίλιππο Β’ και τον Αλέξανδρο. Ο Φίλιππος Ε’, όπως νωρίτερα ο Δημήτριος Πολιορκητής, προήδρευσε στους αγώνες του Ηραίου του Άργους, ανανεώνοντας τους δεσμούς με την κοιτίδα των προγόνων του οίκου αλλά και με τη θεά που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διαμάχη του Περσέα με τον Διόνυσο, θεό κυρίαρχο στη Μακεδονία. Τον πρώτο γιο και διάδοχό του (γεννήθηκε το 213 π.Χ.), καρπό του γάμου του με μια ευγενή Αργεία, την Πολυκράτεια, σύζυγο του Άρατου του νεότερου, ονόμασε Περσέα, ένα όνομα που για πρώτη φορά εμφανίζεται στο βασιλικό ονοματολόγιο της Μακεδονίας. Η περαιτέρω γοητεία που ο ήρωας ασκούσε στον Φίλιππο Ε’ φαίνεται από τα τετράδραχμα που έκοψε το 186 π.Χ., όπου εικονίζεται ένα ιδεαλιστικό πορτραίτο του ίδιου του βασιλιά ως Περσέα, στο κέντρο μιας μακεδονικής ασπίδας, ενώ το 183 ίδρυσε στη Δερρίοπο, κοντά στον ποταμό Εριγώνα , μια νέα πόλη την οποία ονόμασε προς τιμή του διαδόχου του Περσηίδα. Ο Περσέας ήταν το πρότυπο του νέου άνδρα που με επιτυχία ξεπερνάει τα εμπόδια και διάδοχος σε ένα θρόνο με ένδοξο παρελθόν, και ο οποίος ωστόσο νικήθηκε από τους Ρωμαίους στη μάχη της Πύδνας· η Θεσσαλονίκη, μαζί με άλλες πόλεις, και το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, παραδόθηκε στον νικητή Ρωμαίο ύπατο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο
Ξανά τώρα στο βασίλειο του Λυκούργου, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, εκτείνονταν από τον κόλπο του Στρυμόνα μέχρι τις πηγές του Αγγίτη ποταμού, παραπόταμου του Στρυμόνα. Καταλάμβανε δηλαδή την βορειοδυτική πλευρά του όρους Παγγαίου, το οποίο είναι φυσικό σύνορο των νομών Σερρών και Καβάλας, ξεκινώντας από τις εκβολές του Στρυμόνα και φτάνοντας μέχρι τον Νομό Δράμας και επεκτείνονταν μέχρι τις πηγές του Αγγίτη στην περιοχή της σημερινής Μικρόπολης Δράμας. Η κοιλάδα του Αγγίτη, η πλούσια σε εκλεκτά κρασιά και Διονυσιακές παραδόσεις μέχρι σήμερα, λογίζεται η κατ’ εξοχήν χώρα των Ηδώνων, η οποία γεωγραφικά ορίζεται από το βόρειο άκρο του Παγγαίου όρους, αγκαλιάζει τις περιοχές του Δοξάτου και της Μικρόπολης Δράμας και εκτείνεται μαζί με το ρεύμα του ποταμού Αγγίτη μέχρι την Αλιστράτη Σερρών, κατηφορίζοντας στα όρια της Νέας Ζίχνης Σερρών. Πρωτεύουσα του βασιλείου των Ηδώνων ήταν η αρχαία Ηδώνη, η σημερινή Αλιστράτη Σερρών.
Στο πλούσιο αυτό βασίλειο, ο Χάροπας που αντικατέστησε στην βασιλεία τον Λυκούργο, απέκτησε διάδοχο και κατοπινό βασιλιά των Ηδώνων, τον λαοφιλή Οίαγρο. Ο Οίαγρος έκανε βασίλισσά του την ιέρεια του ιερού του Ολύμπου την μετέπειτα Μούσα Καλλιόπη, με την οποία απέκτησε δύο υιούς, τον Ορφέα και τον Λίνο. Μάλιστα ο πρωτότοκος Ορφέας γεννήθηκε στο τόπο του ιερού της μητέρας του, στην Πίμπλεια της Πιερίας που ήταν στους πρόποδες του Ολύμπου, δύο χιλιόμετρα νότια από το Δίον.
Προσδιορίζοντας λοιπόν γεωγραφικά τον τόπο καταγωγής του Ορφέα, βρίσκουμε ότι κατάγεται από την σημερινή Μακεδονική και ειδικότερα την Σερραϊκή γη. Το λάθος προέκυψε επειδή ολάκερη η σημερινή Μακεδονία αναφέρεται ως Θρακική γη, καθώς τα όρια των αρχαίων Θρακών ή Θρασσών, έφταναν μέχρι την κοιλάδα των Τεμπών. Για αυτόν τον λόγο, ο Ορφέας όποτε αναφέρεται, αποκαλείται Θράξ. Σήμερα όμως που τα όρια της Θράκης μετατοπίστηκαν στον ποταμό Νέστο και οι τόποι αυτοί που κάποτε αποτελούσαν τμήμα της αρχαίας Θράκης, σήμερα απαρτίζουν το Ελληνικό κομμάτι της Μακεδονίας, ενώ θα όφειλε να αλλάξει και η ονομασία της γεωγραφικής καταγωγής του Ορφέα, παραμένει ως είχε, δημιουργώντας σύγχυση στον σύγχρονο ερευνητή. Το επίθετο «Θράκας» που συνοδεύει παντού τον Ορφέα, έχει καταστεί πλέον «Μύθος» που δεν αμφισβητείται από κανέναν, παραπλανώντας ουσιαστικά τον κόσμο για την αληθινή καταγωγή του. Κι ο «Μύθος» διαιωνίζεται και η πλάνη συνεχίζεται, καθώς οι σύγχρονοι Θρακιώτες έχουν καταστήσει έμβλημα τον Ορφέα και Ήρωα άμεσα συνυφασμένο με τα επίκαιρα πολιτιστικά της Ελληνικής Θράκης.
Ποιος όμως νοιάζεται για την αλήθεια;
ΠΗΓΗ
Η ΠΡΩΤΗ και ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ στον ΚΑΣΤΑ τον 5ο μ.Χ αιώνα
Reviewed by Unknown
on
19:00
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου