του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Λίγες ώρες πέρασαν από το ανεπανάληπτο συλλαλητήριο της Αθήνας για τη Μακεδονία μας και ας δούμε (με όποιο κράμα ενθουσιασμού και ψυχραιμίας μπορούν να επιτρέψουν οι μεγάλες στιγμές που βιώνουμε) κάποιες πρώτες βασικές εκτιμήσεις που προέκυψαν από αυτό.
Σε πρόσφατο κείμενο για το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης γράφαμε ότι ήταν μία ανεπανάληπτη «παγκοινιά», ό,τι πιο μαζικά και δυναμικά συγκλονιστικό έχουμε ζήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια. Τώρα πήγαμε ακόμη πιο πέρα, σε μία απίστευτη εξανάσταση από κάθε σημείο της πατρίδας αλλά και του εξωτερικού (όπου υπάρχουν Έλληνες) και μία συγκέντρωση πρωτόγνωρη όχι μόνο για τα τελευταία χρόνια, αλλά τολμώ να πω για όλη τη σύγχρονη Ιστορία μας. Περίπου δύο εκατομμύρια λαού (για τέτοιο πλήθος μιλάμε, βάσει έγκυρων πληροφοριών, όσο κι αν βάλθηκαν να διαστρεβλώσουν την αλήθεια τα γνωστά γκεμπελικά χαλκεία) βούλιαξαν την πρωτεύουσα κι έστειλαν το ανένδοτο μήνυμα σε εχθρούς και «φίλους» ότι πλέον ξυπνήσαμε, ότι πια είμαστε εδώ και ότι δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα κρατικό ή παρακρατικό δωσίλογο και σε κανένα φανερό ή κρυφό εκπρόσωπο της ντόπιας και διεθνούς πολιτικής αλητείας να παίξει με τα ιερά και τα όσια του τόπου μας. Και θα επαναλάβουμε ότι όλο αυτό έγινε εντελώς κόντρα στη «λογική» των καιρών, στη μακράν χειρότερη πνευματικά περίοδο της Ιστορίας μας, σε εποχή βαθιάς κρίσης και εκφυλισμού, αλλά συνάμα και σε εποχή κατάθλιψης, πλήρους παθητικοποίησης και μοιρολατρικής ιδιωτείας. Σε μια εποχή που το σύστημα είχε πλέον σχεδόν εφησυχάσει ότι τίποτε πια δεν μπορεί να ξυπνήσει ένα λαό παρηκμασμένο, εκμαυλισμένο και παραζαλισμένο μετά από τόσες δεκαετίες συστηματικού πνευματικού ευνουχισμού, εκπαιδευτικής αποσάθρωσης, γλωσσικής διάλυσης και ηθικής αποτελμάτωσης, μετά από τόσες δεκαετίες ψευδο-εκσυγχρονισμού και μεθοδικής νεοταξίτικης προπαγάνδας. Και άφνω, ξαναβγήκαμε πάλι στους δρόμους, με σημαίες και με τραγούδια. Εκεί που φαινόμασταν ιστορικά αμνησιακοί, εθνικά απονευρωμένοι, θρησκευτικά αποχρωματισμένοι, έχοντας απωλέσει πια όλα τα αντισώματα της ιδιοπροσωπείας μας, χαμένοι μέσα στην απόλυτη σύγχυση, εθισμένοι πλέον στο να καταπίνουμε αμάσητα τόσα και τόσα νεοταξίτικα «προοδευτικά» σκουπίδια, βουλιάζοντας καθημερινά στην ανοησία και την ασυναρτησία. Ξυπνήσαμε ένα πρωί και βροντοφωνάξαμε πως είμαστε ακόμη εδώ! Είμαστε ακόμη ζωντανοί!
Και φανταστείτε το τρομερό σοκ των ινστρουχτόρων του συστήματος μετά απ’ όλα αυτά, όπως φυσικά μαζί και τη βαθιά οδύνη των λακέδων του, είτε είναι πολιτικά όργανα (σε αυτά συγκαταλέγουμε όλα τα δωσίλογα γιουσουφάκια που παριστάνουν τις ελλαδίτικες κυβερνήσεις και το ευρύτερο πολιτικό προσωπικό της χώρας), είτε είναι δημοσιογραφούσες οδαλίσκες των βοθροκάναλων και των παλιοφυλλάδων, είτε εκπρόσωποι της από χρόνια ξεπουλημένης (δήθεν) πνευματικής ελίτ και ετέρων ποικίλλων κέντρων και παράκεντρων κάθε μορφής εξουσίας και κάθε είδους προπαγάνδας. Το ζήσαμε όλοι το μίσος και τη λύσσα τους αυτές τις μέρες. Μία ψευδεπίγραφα «προοδευτική» και απερίγραπτα σιχαμερή πλέμπα «εκλεκτών», που ετάχθη επί δεκαετίες να ασκεί τη φασιστική ιδεολογική τρομοκρατία της επί δικαίων και αδίκων, να εξεμεί τη μηδενιστική της υστερία ενάντια σε κάθε τι το αυτονόητο και να καθυβρίζει χυδαία κάθε τι το αυθεντικό. Χωρίς αντίδραση επ’ άπειρον μάλιστα, όπως νόμιζε και όπως η ίδια η εξέλιξη του τόπου την είχε κάνει (εν πολλοίς δικαιολογημένα) να πιστεύει. Γιατί μέχρι τώρα πράγματι ανεχτήκαμε πολλά, γογγύσαμε, θυμώσαμε, γκρινιάξαμε, αλλά δεν αντιδράσαμε (ειδικά από την ώρα που κάτι που πήγε να ξεκινήσει το 2010 έμεινε ημιτελές, πριν καπελωθεί και προδοθεί). Είπαμε όμως: ακόμη κι αυτός ο ζαλισμένος και παρηκμασμένος λαός είχε ακόμη αντισώματα μέσα του. Αντισώματα, που απομείνανε κρυμμένα, χαμένα θά ’λεγες απ’ τα βάθη του χρόνου, που ούτε κι ο ίδιος ήξερε πια ότι τα έχει. Γι’ αυτό ακριβώς, κι ενώ έβλεπα τα βλέμματα όσων ξεκινούσαν από κάθε γωνιά της προδομένης πατρίδας για να καταδράμουν στην Αθήνα, μαζί με χίλιες άλλες σκέψεις, μαζί και με ρίγη συγκίνησης, μου ήρθε έξαφνα στο νου εκείνη η υπέροχη φράση με την οποία ο Άγγελος Τερζάκης περιέγραφε την εξανάσταση των Ελλήνων το πρωί της 28ης Οκτωβρίου
1940. Κάπως έτσι και τώρα, «μια διάθεση ευφορίας, κέφι ανάλαφρο, αλλόκοτο, ξεσήκωνε τις ψυχές, πρωινό αγέρι που κολπώνει το πανί. Και στα μάτια των ανθρώπων που αντικρίζονταν, έφεγγε ένα χαρούμενο ξάφνιασμα, σάμπως όλος αυτός ο κόσμος να ανακάλυπτε ξαφνικά πως έχει μέσα του κρυμμένα νιάτα»…
Από εκεί και μετά, όσον αφορά πλέον την επόμενη μέρα: είναι φανερό ότι πλησιάζει πια ο καιρός της τελικής αναμέτρησης με το καθεστώς. Αυτό δεν θα γινόταν βεβαίως χτες (κάποιοι περίμεναν ραγδαίες εξελίξεις, ειδικά σε περίπτωση εκτεταμένων επεισοδίων – και όντως θα ήταν ραγδαίες σε περίπτωση που η μισελληνική συμμορία που παριστάνει την κυβέρνηση έθετε σε διατεταγμένη υπηρεσία τον γνωστό νεοταξίτικο παρακρατικό στρατό της, είχαμε ωστόσο προβλέψει και γράψει από μέρες πως δεν θα το αποτολμήσει). Όμως ο καιρός κοντεύει. Όσο αυτά τα κέντρα και παράκεντρα εξουσίας – τα άκρως και μέχρι το μεδοὐλι τους φασιστικά κι ας φορούν αριστερή ή νεοφιλελεύθερη προβιά επάνω τους (και μαζί όλοι οι άμεσοι κι έμμεσοι συνοδοιπόροι κι υποτακτικοί τους) – θα φτύνουν κατάμουτρα τη λαϊκή βούληση και θα υποτιμούν τη λαϊκή οργή (όπως είδαμε πάλι χτες από τους κωμικούς Πολλάκηδες και τα λοιπά άθλια χαλκεία της κυβερνητικής προπαγάνδας), η ώρα θα έρχεται ολοένα και πιο κοντά. Και μαζί μ’ αυτό (επειδή η οργή βέβαια λειτουργεί συσσωρευτικά), κοντεύει η ώρα που θα πληρώσουν και για όλες τις προηγούμενες αμαρτίες τους. Τα μνημόνια και τους φόρους, το ξεπούλημα του τόπου, τα εθνοκτόνα νομοσχέδια, την εθνική προδοσία της μαζικής λαθροεισβολής, τα σύμφωνα συμβίωσης, τις αλλαγές φύλου, την εκπαιδευτική κατάντια (με τα νέα Θρησκευτικά κι όλα τα άλλα νεοταξίτικα μέτρα διάλυσης), την ντροπιαστική οσφυοκαμψία απέναντι στον εξ Ανατολών σουλτάνο. Γιατί κι εκείνα βέβαια δεν έχουν παραγραφεί – όσο κι αν μερικοί εξέλαβαν την έως τώρα μη αντίδραση ως συγχωροχάρτι. Σε λίγο θα τα πληρώσουν όλα μαζί – με το Σκοπιανό όμως να είναι ο καταλύτης της αντίδρασης κι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής. Κι ας μην το πιστεύουν ακόμη. Κι ας κρύβουν τα κεφάλια τους στην άμμο, αρνούμενοι να δουν αυτό που νομοτελειακά έρχεται κατά πάνω τους. Η Μακεδονία θα μας σώσει, για να θυμηθώ και την κλασική φράση του Ίωνος Δραγούμη. Θα σώσει εμάς, ενώ για κείνους θα γίνει ο πολιτικός τους τάφος. Η Μακεδονία θα γίνει το Βατερλώ τους…
Διδάκτορος Ιστορίας
Λίγες ώρες πέρασαν από το ανεπανάληπτο συλλαλητήριο της Αθήνας για τη Μακεδονία μας και ας δούμε (με όποιο κράμα ενθουσιασμού και ψυχραιμίας μπορούν να επιτρέψουν οι μεγάλες στιγμές που βιώνουμε) κάποιες πρώτες βασικές εκτιμήσεις που προέκυψαν από αυτό.
Σε πρόσφατο κείμενο για το συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης γράφαμε ότι ήταν μία ανεπανάληπτη «παγκοινιά», ό,τι πιο μαζικά και δυναμικά συγκλονιστικό έχουμε ζήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια. Τώρα πήγαμε ακόμη πιο πέρα, σε μία απίστευτη εξανάσταση από κάθε σημείο της πατρίδας αλλά και του εξωτερικού (όπου υπάρχουν Έλληνες) και μία συγκέντρωση πρωτόγνωρη όχι μόνο για τα τελευταία χρόνια, αλλά τολμώ να πω για όλη τη σύγχρονη Ιστορία μας. Περίπου δύο εκατομμύρια λαού (για τέτοιο πλήθος μιλάμε, βάσει έγκυρων πληροφοριών, όσο κι αν βάλθηκαν να διαστρεβλώσουν την αλήθεια τα γνωστά γκεμπελικά χαλκεία) βούλιαξαν την πρωτεύουσα κι έστειλαν το ανένδοτο μήνυμα σε εχθρούς και «φίλους» ότι πλέον ξυπνήσαμε, ότι πια είμαστε εδώ και ότι δεν θα επιτρέψουμε σε κανένα κρατικό ή παρακρατικό δωσίλογο και σε κανένα φανερό ή κρυφό εκπρόσωπο της ντόπιας και διεθνούς πολιτικής αλητείας να παίξει με τα ιερά και τα όσια του τόπου μας. Και θα επαναλάβουμε ότι όλο αυτό έγινε εντελώς κόντρα στη «λογική» των καιρών, στη μακράν χειρότερη πνευματικά περίοδο της Ιστορίας μας, σε εποχή βαθιάς κρίσης και εκφυλισμού, αλλά συνάμα και σε εποχή κατάθλιψης, πλήρους παθητικοποίησης και μοιρολατρικής ιδιωτείας. Σε μια εποχή που το σύστημα είχε πλέον σχεδόν εφησυχάσει ότι τίποτε πια δεν μπορεί να ξυπνήσει ένα λαό παρηκμασμένο, εκμαυλισμένο και παραζαλισμένο μετά από τόσες δεκαετίες συστηματικού πνευματικού ευνουχισμού, εκπαιδευτικής αποσάθρωσης, γλωσσικής διάλυσης και ηθικής αποτελμάτωσης, μετά από τόσες δεκαετίες ψευδο-εκσυγχρονισμού και μεθοδικής νεοταξίτικης προπαγάνδας. Και άφνω, ξαναβγήκαμε πάλι στους δρόμους, με σημαίες και με τραγούδια. Εκεί που φαινόμασταν ιστορικά αμνησιακοί, εθνικά απονευρωμένοι, θρησκευτικά αποχρωματισμένοι, έχοντας απωλέσει πια όλα τα αντισώματα της ιδιοπροσωπείας μας, χαμένοι μέσα στην απόλυτη σύγχυση, εθισμένοι πλέον στο να καταπίνουμε αμάσητα τόσα και τόσα νεοταξίτικα «προοδευτικά» σκουπίδια, βουλιάζοντας καθημερινά στην ανοησία και την ασυναρτησία. Ξυπνήσαμε ένα πρωί και βροντοφωνάξαμε πως είμαστε ακόμη εδώ! Είμαστε ακόμη ζωντανοί!
Και φανταστείτε το τρομερό σοκ των ινστρουχτόρων του συστήματος μετά απ’ όλα αυτά, όπως φυσικά μαζί και τη βαθιά οδύνη των λακέδων του, είτε είναι πολιτικά όργανα (σε αυτά συγκαταλέγουμε όλα τα δωσίλογα γιουσουφάκια που παριστάνουν τις ελλαδίτικες κυβερνήσεις και το ευρύτερο πολιτικό προσωπικό της χώρας), είτε είναι δημοσιογραφούσες οδαλίσκες των βοθροκάναλων και των παλιοφυλλάδων, είτε εκπρόσωποι της από χρόνια ξεπουλημένης (δήθεν) πνευματικής ελίτ και ετέρων ποικίλλων κέντρων και παράκεντρων κάθε μορφής εξουσίας και κάθε είδους προπαγάνδας. Το ζήσαμε όλοι το μίσος και τη λύσσα τους αυτές τις μέρες. Μία ψευδεπίγραφα «προοδευτική» και απερίγραπτα σιχαμερή πλέμπα «εκλεκτών», που ετάχθη επί δεκαετίες να ασκεί τη φασιστική ιδεολογική τρομοκρατία της επί δικαίων και αδίκων, να εξεμεί τη μηδενιστική της υστερία ενάντια σε κάθε τι το αυτονόητο και να καθυβρίζει χυδαία κάθε τι το αυθεντικό. Χωρίς αντίδραση επ’ άπειρον μάλιστα, όπως νόμιζε και όπως η ίδια η εξέλιξη του τόπου την είχε κάνει (εν πολλοίς δικαιολογημένα) να πιστεύει. Γιατί μέχρι τώρα πράγματι ανεχτήκαμε πολλά, γογγύσαμε, θυμώσαμε, γκρινιάξαμε, αλλά δεν αντιδράσαμε (ειδικά από την ώρα που κάτι που πήγε να ξεκινήσει το 2010 έμεινε ημιτελές, πριν καπελωθεί και προδοθεί). Είπαμε όμως: ακόμη κι αυτός ο ζαλισμένος και παρηκμασμένος λαός είχε ακόμη αντισώματα μέσα του. Αντισώματα, που απομείνανε κρυμμένα, χαμένα θά ’λεγες απ’ τα βάθη του χρόνου, που ούτε κι ο ίδιος ήξερε πια ότι τα έχει. Γι’ αυτό ακριβώς, κι ενώ έβλεπα τα βλέμματα όσων ξεκινούσαν από κάθε γωνιά της προδομένης πατρίδας για να καταδράμουν στην Αθήνα, μαζί με χίλιες άλλες σκέψεις, μαζί και με ρίγη συγκίνησης, μου ήρθε έξαφνα στο νου εκείνη η υπέροχη φράση με την οποία ο Άγγελος Τερζάκης περιέγραφε την εξανάσταση των Ελλήνων το πρωί της 28ης Οκτωβρίου
1940. Κάπως έτσι και τώρα, «μια διάθεση ευφορίας, κέφι ανάλαφρο, αλλόκοτο, ξεσήκωνε τις ψυχές, πρωινό αγέρι που κολπώνει το πανί. Και στα μάτια των ανθρώπων που αντικρίζονταν, έφεγγε ένα χαρούμενο ξάφνιασμα, σάμπως όλος αυτός ο κόσμος να ανακάλυπτε ξαφνικά πως έχει μέσα του κρυμμένα νιάτα»…
Από εκεί και μετά, όσον αφορά πλέον την επόμενη μέρα: είναι φανερό ότι πλησιάζει πια ο καιρός της τελικής αναμέτρησης με το καθεστώς. Αυτό δεν θα γινόταν βεβαίως χτες (κάποιοι περίμεναν ραγδαίες εξελίξεις, ειδικά σε περίπτωση εκτεταμένων επεισοδίων – και όντως θα ήταν ραγδαίες σε περίπτωση που η μισελληνική συμμορία που παριστάνει την κυβέρνηση έθετε σε διατεταγμένη υπηρεσία τον γνωστό νεοταξίτικο παρακρατικό στρατό της, είχαμε ωστόσο προβλέψει και γράψει από μέρες πως δεν θα το αποτολμήσει). Όμως ο καιρός κοντεύει. Όσο αυτά τα κέντρα και παράκεντρα εξουσίας – τα άκρως και μέχρι το μεδοὐλι τους φασιστικά κι ας φορούν αριστερή ή νεοφιλελεύθερη προβιά επάνω τους (και μαζί όλοι οι άμεσοι κι έμμεσοι συνοδοιπόροι κι υποτακτικοί τους) – θα φτύνουν κατάμουτρα τη λαϊκή βούληση και θα υποτιμούν τη λαϊκή οργή (όπως είδαμε πάλι χτες από τους κωμικούς Πολλάκηδες και τα λοιπά άθλια χαλκεία της κυβερνητικής προπαγάνδας), η ώρα θα έρχεται ολοένα και πιο κοντά. Και μαζί μ’ αυτό (επειδή η οργή βέβαια λειτουργεί συσσωρευτικά), κοντεύει η ώρα που θα πληρώσουν και για όλες τις προηγούμενες αμαρτίες τους. Τα μνημόνια και τους φόρους, το ξεπούλημα του τόπου, τα εθνοκτόνα νομοσχέδια, την εθνική προδοσία της μαζικής λαθροεισβολής, τα σύμφωνα συμβίωσης, τις αλλαγές φύλου, την εκπαιδευτική κατάντια (με τα νέα Θρησκευτικά κι όλα τα άλλα νεοταξίτικα μέτρα διάλυσης), την ντροπιαστική οσφυοκαμψία απέναντι στον εξ Ανατολών σουλτάνο. Γιατί κι εκείνα βέβαια δεν έχουν παραγραφεί – όσο κι αν μερικοί εξέλαβαν την έως τώρα μη αντίδραση ως συγχωροχάρτι. Σε λίγο θα τα πληρώσουν όλα μαζί – με το Σκοπιανό όμως να είναι ο καταλύτης της αντίδρασης κι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής. Κι ας μην το πιστεύουν ακόμη. Κι ας κρύβουν τα κεφάλια τους στην άμμο, αρνούμενοι να δουν αυτό που νομοτελειακά έρχεται κατά πάνω τους. Η Μακεδονία θα μας σώσει, για να θυμηθώ και την κλασική φράση του Ίωνος Δραγούμη. Θα σώσει εμάς, ενώ για κείνους θα γίνει ο πολιτικός τους τάφος. Η Μακεδονία θα γίνει το Βατερλώ τους…
Ένας λαός με «κρυμμένα νιάτα»…
Reviewed by Unknown
on
21:00
Rating: