Ο Κλήδονας είναι ένα λαϊκό έθιμο, σύμφωνα με το οποίο εμφανίζεται στις άγαμες κοπέλες η ταυτότητα του μελλοντικού συζύγου τους. Το δημοφιλές αυτό έθιμο κατορθώνει να επιβιώνει από την αρχαιότητα και τελείται κάθε χρόνο στις 24 Ιουνίου.
Κατά τον προηγούμενο αιώνα, τα κορίτσια μαζεύονταν στις αυλές των σπιτιών, για να ζητήσουν να μάθουν, μέσα από το αμίλητο νερό του παλιού μαστραπά, τη μελλοντική τους άγνωστη τύχη.
Ο Κλήδονας είναι ένα πανάρχαιο ελληνικό έθιμο, λοιπόν, που επέζησε μέσα από τη δίνη των αιώνων, από καταστροφές, από πολέμους και από την εναλλαγή των θρησκειών. Πρόκειται για μια ειδωλολατρική μαντική πράξη, που λάμβανε πάντοτε χώρα τις ημέρες των θερινών τροπών του ήλιου.
Ως κλάδος μαντικής υπάγεται στην “υδρομαντεία”. Τη μαντεία δηλαδή που χρησιμοποιούσε το νερό, για να προβεί σε προφητείες. Άλλοτε χρησιμοποιούσε μια τρεχούμενη πηγή νερού και λεγόταν “πηγομαντεία” και άλλοτε, μια λεκάνη και λεγόταν “λεκανομαντεία”.
Εκείνοι που έπαιρναν χρησμούς από τις πηγές, βύθιζαν μέσα στα ύδατα έναν καθρέφτη και παρατηρούσαν τα χρώματα και τις σκιές που άλλαζαν πάνω στην επιφάνειά του. Έτσι, συμπέραιναν αν τα μελλούμενα θα ήταν αίσια ή δυσοίωνα.
Όσοι έπαιρναν χρησμούς από τη λεκάνη, τη γέμιζαν έως το χείλος με νερό και κρεμούσαν από πάνω της ένα δαχτυλίδι, με πολύ λεπτή κλωστή, στη μέση της λεκάνης ακριβώς. Η κλωστή με το δαχτυλίδι κρεμόταν από το δάχτυλο εκείνου που ρωτούσε για να μάθει το δικό του μέλλον.
Έπειτα, ο μάγος, με μια σύντομη ευχή, επικαλούνταν τα πνεύματα και τα παρακαλούσε να υποδείξουν αν εκείνο για το οποίο τα ρωτούσαν αλήθευε ή όχι. Και αν μεν η απάντηση του πνεύματος ήταν αρνητική, το δαχτυλίδι έμενε ακίνητο, ειδάλλως κινούνταν και χτυπούσε τα χείλη της λεκάνης τόσες φορές, όσα ήταν τα χρόνια εκείνου που ρωτούσε τα δαιμόνια.
Άλλοι πάλι έριχναν μέσα στη λεκάνη τρία λιθάρια. Από τις περιστροφές, τις κινήσεις ή τις ταλαντεύσεις που έκαναν όταν βυθίζονταν, έβγαζαν τα ανάλογα συμπεράσματα.
Το ίδιο πετύχαιναν και με ψήγματα χρυσού ή αργύρου, που τα έχυναν μέσα σε λάδι ή κρασί. Το λάδι ή το κρασί εκείνο τότε ονομαζόταν “χύτλα”.
Η μαντεία αυτή γινόταν και με άλλο τρόπο και είχε τις απαρχές της στην εποχή του Τρωικού Πολέμου. Χάραζαν προηγουμένως πάνω στα λιθάρια ή στα ψήγματα πολύτιμων μετάλλων ορισμένα σημάδια και αφού επικαλούνταν τα πνεύματα, τα ρωτούσαν όσα επιθυμούσαν. Τότε, εκείνα αποκρίνονταν με μια ασθενική φωνή, που έμοιαζε με απαλό συριγμό και που φαινόταν να αναδύεται από τα ύδατα.
Οι αρχαίοι ‘Έλληνες τη λεκανομαντεία την αποκαλούσαν και “γαστρομαντεία” από το σχήμα των κυλινδρικών αγγείων, που ονόμαζαν γάστρες. Τις μεταχειρίζονταν κι αυτές αντί της λεκάνης. Μάλιστα, η γαστρομαντεία γινόταν ως εξής:
Γέμιζαν έναν ορισμένο αριθμό γαστρών με καθαρό νερό, ενώ στόλιζαν την περιοχή τριγύρω και έστηναν δάδες αναμμένες. Έπειτα, επικαλούνταν τον δαίμονα ή τα πνεύματα και με φωνή ταπεινή τους έκαναν την ερώτηση στην οποία έπρεπε να αποκριθούν.
Ένα παιδί, συνηθέστερα ένα κοριτσάκι, όφειλε να παρατηρεί με μεγάλη προσοχή την επιφάνεια του νερού και τις μεταβολές της. Κατόπιν, με δυνατή φωνή, διέταζαν το πνεύμα να απαντήσει. Και οι εικόνες που θα εμφανίζονταν στην επιφάνεια του νερού, συντελούσαν στην αποκάλυψη του μέλλοντος.
Πολλές φορές, αντί για γάστρες, μεταχειρίζονταν κρύσταλλα και τότε η πράξη λεγόταν “κρυσταλλομαντεία”.
Με αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, η λεκανομαντεία παρέμεινε αναλλοίωτη έως τις μέρες μας. Οι γυναίκες πάντοτε βεβαίωναν πως έκανε θαύματα και επιτύγχανε τον σκοπό της.
Μάλιστα, κάποτε είχαν κλαπεί πολύτιμα χρυσά και αργυρά σκεύη από έναν εύπορο Έλληνα της Κωνσταντινούπολης. Εκείνος και η οικογένειά του δοκίμασαν με κάθε μέσο να τα βρουν, αλλά εις μάτην! Έως ότου αποφάσισαν να στείλουν τον δάσκαλο του σπιτιού τους σε έναν πολύ γνωστό λεκανομάντη της Πόλης. Και εκείνος κατόρθωσε και να ονομάσει τον κλέφτη, αλλά και να υποδείξει πού κρύβονταν τα κλεμμένα σκεύη.
Ο δάσκαλος τόσο θαύμασε για την ακρίβεια με την οποία ο μάντης αποκάλυψε τα πάντα, που τον παρακάλεσε να τον αφήσει να δει κι αυτός μέσα στη λεκάνη.
Ο μάγος δεν τον εμπόδισε. Του είπε μόνο ότι δεν πίστευε πως θα διέκρινε οτιδήποτε μέσα στο νερό, γιατί εκείνος που μπορεί να βλέπει τα σημάδια, πρέπει να είναι χρηστός στα ήθη και αγνός στην ψυχή.
Μα, ο άκακος και άσπιλος δάσκαλος με την τρυφερή καρδιά, τα είδε όλα μέσα στη λεκάνη, λες και παρακολουθούσε ταινία στον κινηματογράφο. Είδε αρχικά έναν από τους υπηρέτες να τα παίρνει και να τα κρύβει πρώτα μέσα στο μεγάλο αρχοντικό σπίτι. Έπειτα να τα απομακρύνει από εκεί και να τα πηγαίνει σ’ ένα χρυσοχοείο, όπου ρώτησε να μάθει την αξία τους. Ύστερα τα έκρυψε στο πατρικό του σπίτι και αργότερα, ξαναγύρισε στο μέγαρο του οικοδεσπότη.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 20/06/1926…
Το πανάρχαιο έθιμο του Κλήδονα…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου