Μια παράτολμη όσο και θεαματική καταδρομική επιχείρηση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου που εκτέλεσαν με επιτυχία δύο Βρετανοί αξιωματικοί και έντεκα Κρήτες πατριώτες, με επικεφαλής τον Πάτρικ Λη Φέρμορ, ο οποίος διατηρούσε στενούς δεσμούς με τη Μεσσηνία μέχρι τον πρόσφατο θάνατό του
Η μεγάλη απαγωγή ~ Στρατηγός Κράιπε από KRASODAD
Του Χρήστου Κ. Ρέππα Εκδότη των περιοδικών «Μεσσηνιακά Χρονικά» και «Μεσσηνιακό Ημερολόγιο»
ΤΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΠΑΓΩΓΗΣ
Τρεις στρατηγοί στο στόχαστρο των συμμαχικών Μυστικών Υπηρεσιών.
Ιούλιος 1943. Η ζυγαριά του πολέμου έχει αρχίσει ήδη να γέρνει σταθερά υπέρ των Συμμάχων. Παντού η κατάσταση για τις άλλοτε κραταιές δυνάμεις της Βέρμαχτ όλο και χειροτερεύει. Στο ρωσικό μέτωπο η 6η Στρατιά του στρατηγού Φον Πάουλους, μετά τη συντριβή της στο Στάλινγκραντ, περιφέρεται σαν φάντασμα στις απέραντες στέπες και αποδεκατίζεται σε κάθε βήμα της.
Τραγική είναι η κατάσταση για τις αξονικές δυνάμεις και στο Νότο. Στη Μεσόγειο ο στόλος του Κάννιγκαμ κυριαρχεί απόλυτα. Στη Β. Αφρική ολοκληρώνεται η εκκαθάριση από τα τελευταία λείψανα του «Άφρικα Κόρπς», ενώ στη Σικελία η συμμαχική απόβαση έχει κιόλας αρχίσει.
Η απροσδόκητη αυτή «σφήνα» στο υπογάστριο του αξονικού πολεμικού σώματος αιφνιδιάζει τους δύο εταίρους του φασισμού. Μόνο που o Μπενίτο Μουσολίνι δεν προλαβαίνει να συνειδητοποιήσει την έκταση και την ένταση του κακού που τον απειλεί, γιατί απλούστατα… χάνει την εξουσία. Στις 25 Ιουλίου 1943 ανατρέπεται από το βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ και τον «Μεγάλο αδικημένο» από τον Ντούτσε, στρατάρχη Μπαντόλιο.
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ιταλών αξιωματικών αισθάνεται μεγάλη ανακούφιση με τη σκέψη ότι η εκπαραθύρωση του Μουσολίνι συντομεύει ακόμη περισσότερο τη χρονική απόσταση μέχρι τον τερματισμό ενός πολυαίμακτου και πολυδάκρυτου πολέμου. Πρώτος από όλους που συνειδητοποιεί την αμείλικτη αυτή πραγματικότητα είναι ο στρατηγός Άντζελο Κάρτα, διοικητής των μεραρχιών «Σιέννα» και «Λέτσε», που κατείχαν τότε το ανατολικό κομμάτι της Κρήτης με έδρα τη Νεάπολη Λασηθίου. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Κάρτα ήταν στενός φίλος του Βίκτωρα Εμμανουήλ από τον καιρό που είχε χρηματίσει υπασπιστής του. Χωρίς καθυστέρηση ζήτησε από την αγγλική αποστολή στην Κρήτη να τον βοηθήσει να επιτεθεί εναντίον των Γερμανών με ορισμένες προϋποθέσεις.
Μία από αυτές ήταν η ταυτόχρονη συμμαχική απόβαση στην Κρήτη. Η σχετική πρόταση έγινε μέσω του λοχαγού Φράνκο Ταβάνα, ο οποίος ήταν επικεφαλής της ιταλικής αντικατασκοπίας στην περιοχή Λασηθίου.
Τελικά συμφωνήθηκε η φυγάδευση του στρατηγού στην Αίγυπτο μαζί με ένα πολύτιμο αρχειακό υλικό, αποτελούμενο από σχέδια οχυρώσεων της Κρήτης και άλλα πολύτιμα έγγραφα. Την οργάνωση της όλης αποστολής ανέλαβε ο Λη Φέρμορ, υπαρχηγός της «F. 133» στη Μεγαλόνησο. Συνοδευόμενος από τους δύο μόνιμους συντρόφους του, το χωροφύλακα Μανόλη Πατεράκη και τον ιδιώτη Γιώργο Τυράκη, έφτασε κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες στο στρατηγείο του Κάρτα. Από εκεί τον παρέλαβε με το πολύτιμο αρχείο του και τον οδήγησε ακροβατώντας μεταξύ ζωής και θανάτου, στην ακτή Τσούτσουρα του Νομού Ρεθύμνης. Εκεί στις 22 Σεπτεμβρίου, το βράδυ, παρέλαβε τον φυγάδα στρατηγό και τους συνοδούς του ένα συμμαχικό ML όπως αποκαλούσαν τότε ένα μικρό και ευέλικτο σκάφος με την ονομασία «Μότορ Λότορ Λοντς».
Η φυγάδευση του στρατηγού Κάρτα στην Αίγυπτο έγινε δεκτή από τους συμμαχικούς κύκλους με μεγάλη ικανοποίηση. Ήταν μία μεγάλη επιτυχία που ερχόταν την κατάλληλη στιγμή, ιδιαίτερα μετά τη μεταγενέστερη αποτυχία στα Δωδεκάνησα των γνωστών συμμαχικών καταδρομικών επιχειρήσεων. Από την άλλη πλευρά είχε μεγάλη στρατιωτική σημασία, επειδή ενίσχυε κάποιες επωφελείς για τους Συμμάχους υποψίες των Γερμανών ότι θα εκδηλωνόταν συμμαχική απόβαση στην Κρήτη.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα του αιφνιδιασμού και της ανασφάλειας ο Γερμανός στρατηγός Μύλλερ, ο διοικητής του Φρουρίου Κρήτης, άφησε την τυφλή οργή του να ξεσπάσει πάνω σε αθώους. Έγινε ο σχεδιαστής και ο εκτελεστής ενός οργίου αίματος και καταστροφών. Η κατάσταση αυτή οδήγησε τον Λη Φέρμορ στην απόφαση να προτείνει στο Συμμαχικό Στρατηγείο την απαγωγή και τη μεταγωγή του στρατηγού Μύλλερ στο Κάιρο. Ούτε λίγο - ούτε πολύ ζητούσε κάτι για το οποίο μόνο το Λονδίνο μπορούσε να δώσει «πράσινο φως». Ώσπου πήρε την έγκριση που ζητούσε και μάλιστα με εξουσιοδότηση «εν λευκώ» σε ό,τι αφορούσε την κατάρτιση του σχεδίου απαγωγής. Με τη μόνη δέσμευση που επιφορτιζόταν ήταν η μεθόδευση της απαγωγής να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε είτε αυτή πετύχαινε είτε όχι, να πεισθούν οι Γερμανοί ότι έγινε από Βρετανούς κομάντος, προκειμένου να αποφευχθούν αντίποινα σε βάρος των κατοίκων.
Ο Λη Φέρμορ διάλεξε τους τρεις πρώτους στενούς συνεργάτες του στο παράτολμο αυτό εγχείρημα. Αυτοί ήταν το «δίδυμο» Πατεράκης – Τυράκης και ο λοχαγός Στάνλεϋ Μοςς, γνωστός για τη γλωσσομάθειά του (μιλούσε γαλλικά και ρωσικά) και τον ηρωισμό του στον πόλεμο της Ερήμου.
Στις 4 Φεβρουαρίου 1944 ο Λη Φέρμορ πρόλαβε και έπεσε με αλεξίπτωτο στο Οροπέδιο του Λασηθίου. Από κάποια μετακινούμενα φώτα – που τελικά διαπιστώθηκε ότι άνηκαν στην ομάδα υποδοχής – και την ξαφνική επιδείνωση της κακοκαιρίας, ματαιώθηκε η ρίψη των τριών άλλων. Ακολούθησαν μερικές ακόμη απόπειρες αλλά χωρίς επιτυχία. Ώσπου στις 4 Απριλίου έφτασαν με ML στον όρμο Φαβριανά του Λασηθίου. Στις 7 Απριλίου έφτασαν στην περιοχή του χωριού Κασταμονίτσα, όπου συναντήθηκαν με ντόπιους συνεργάτες τους. Εκεί από σύνδεσμο που ήρθε από το Ηράκλειο πληροφορήθηκαν ότι ο στρατηγός Μύλλερ αντικαταστάθηκε από τον ομοιόβαθμό του Χάινριχ Κράιπε. Η εξέλιξη αυτή απλώς τοποθέτησε στο σενάριο της απαγωγής ένα άλλο όνομα. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.
Κατάρτιση σχεδίου απαγωγής του στρατηγού Κράιπε
Έγινε στο Ηράκλειο σε συνεργασία με τοπικά στελέχη της «F. 133» στην κυριολεξία «κάτω από τη μύτη» των Γερμανών. Ο στρατηγός κατοικούσε στην βίλλα «Αριάδνη» που βρίσκεται κοντά στον αρχαιολογικό χώρο της Κνωσού. Από την πρώτη στιγμή απορρίφθηκε η ιδέα να γίνει η απαγωγή ή μέσα από αυτό το κτίριο, με το σκεπτικό ότι προστατευόταν από τρεις σειρές συρματοπλεγμάτων, πάνοπλους φρουρούς και τακτικές περιπολίες.
Τελικά αποφασίστηκε να γίνει έξω από το Ηράκλειο κοντά σε μία στροφή, στο ύψος ακριβώς της διακλάδωσης του δρόμου προς Ηράκλειο – Χουδέτσι – Αρχάνες. Έγιναν αλλεπάλληλες αναγνωρίσεις του χώρου και παρακολουθήσεις των τακτικών, μεταβάσεων του στρατηγού από την βίλλα «Αριάδνη» στις Άνω Αρχάνες όπου είχε το γραφείο του, καλύπτοντας μια απόσταση 17 περίπου χιλιομέτρων. Η ιδέα του ξαφνικού αποκλεισμού του δρόμου με ξύλα ή πέτρες εγκαταλείφθηκε ως επικίνδυνη. Τελικά αποφασίστηκε να γίνει ακινητοποίηση του αυτοκινήτου με το πρόσχημα του τροχονομικού ελέγχου. Το δύσκολο και επικίνδυνο αυτό ρόλο ανέλαβαν οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί που θα εμφανίζονταν με στολές της γερμανικής στρατιωτικής Αστυνομίας.
Όταν το σχέδιο καταρτίστηκε μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, οι αποτελούντες την ομάδα απαγωγής, στις 11 Απριλίου το βράδυ, ξεκίνησαν με προορισμό το πλησιέστερο σημείο του χώρου της και κρύφτηκαν στο σπίτι του Παύλου Ζωγραφιστού, ενός δραστήριου μέλους της Κρητικής αντίστασης. Στο σημείο αυτό, ας αναφερθεί ότι την ομάδα απαγωγής και ένοπλης κάλυψής της την αποτελούσαν οι:
-Πάτρικ Λη Φέρμoρ, ταγματάρχης
-Γουίλιαμ Στάνλεϋ Μοςς, λοχαγός
-Μανόλης Πατεράκης, χωροφύλακας
-Στρατής Σαβιολάκης χωροφύλακας
-Αντώνης Ζωϊδάκης χωροφύλακας
-Γιώργος Τυράκης ιδιώτης
-Γρηγόρης Χναράκης ιδιώτης
-Μιχάλης Ακουμιανάκης ιδιώτης
-Ηλίας Αθανασάκης ιδιώτης
-Παύλος Ζωγραφιστός ιδιώτης
-Αντώνης Παπαλεωνίδας ιδιώτης
-Νίκος Κόμης ιδιώτης
-Μήτσος Τζατζάς ιδιώτης
Όλοι αυτοί οι ψυχωμένοι άντρες παρέμεναν σε ετοιμότητα με τεντωμένες τις αισθήσεις μέχρι λίγα εικοσιτετράωρα αργότερα, όταν σημειώθηκε, όπως αναφέραμε στον υπότιτλο του κειμένου μας, μία παράτολμη όσο και θεαματική καταδρομική επιχείρηση.
Η ΑΠΑΓΩΓΗ
Η περιγραφή που ακολουθεί βασίζεται αποκλειστικά στη λεπτομερή αφήγηση του Λη Φέρμορ κατά τη συνέντευξή του προς το συντάκτη αυτού του κειμένου, ένα μαγιάτικο απόγευμα στο σπίτι του πρώτου, στην Καρδαμύλη. Ας τη δούμε, λοιπόν, όπως την καταγράψαμε τότε.
Τετάρτη 26 Απριλίου 1944, ώρα εννέα και εικοσιπέντε το βράδυ. Δεκατρείς ένοπλοι άντρες κρυμμένοι μέσα στο σκοτάδι, με συγκρατημένη την ανάσα τους περιμένουν να αιχμαλωτίσουν ένα Γερμανό στρατηγό. Στο δεξιό – καθώς κατεβαίνουμε από τις Αρχάνες – έρεισμα του δρόμου έχουν πάρει θέση οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί ντυμένοι με στολές δεκανέα της γερμανικής στρατιωτικής Αστυνομίας. Δίπλα τους είναι οι Πατεράκης, Παπαλεωνίδας και Χναράκης.
Στην απέναντι πλευρά βρίσκονται οι Σαβιολάκης, Ζωϊδάκης, Τυράκης Κόμης και Τζατζάς. Ο Παύλος Ζωγραφιστός είναι σκοπός στην πρώτη στροφή του δρόμου που οδηγεί προς το Ηράκλειο. Τέλος, πάνω σ’ ένα μικρό ύψωμα με θέα προς τις Αρχάνες και τη γύρω περιοχή, καιροφυλακτούν οι Ακουμιανάκης και Αθανασάκης. Βρίσκονται σε οπτική ευθεία με τους δύο Βρετανούς και έχουν να εκτελέσουν μία σπουδαία αποστολή. Μόλις βεβαιωθούν ότι έρχεται από τις Αρχάνες το αυτοκίνητο του στρατηγού χωρίς να συνοδεύεται από δεύτερο, θα πρέπει να δώσουν αμέσως με το φακό το προκαθορισμένο σήμα. Τότε οι δύο «ψευτογερμανοί» θα βγουν στο κατάστρωμα του δρόμου για να σταματήσουν το αυτοκίνητο του στρατηγού με το πρόσχημα ότι ενεργούν τροχονομικό έλεγχο.
Ο ρόλος των Ακουμιανάκη και Αθανασάκη είναι εξαιρετικά λεπτός. Γιατί αν αντί για το αυτοκίνητο του στρατηγού υποδείξουν κάποιο άλλο γερμανικό, τότε όλα θα χαθούν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Το εξασκημένο όμως μάτι τους δε θα γελαστεί. Και να! Στις εννέα και μισή ακριβώς δίνουν το σήμα ότι το αυτοκίνητο του στρατηγού πλησιάζει. Η μεγάλη στιγμή έχει φτάσει. Χωρίς την παραμικρή καθυστέρηση οι δύο Βρετανοί αξιωματικοί πετιούνται σαν ελατήρια. Παίρνουν θέση στη μέση του δρόμου και περιμένουν. Τα δευτερόλεπτα κυλούν σαν αιώνες. Μέσα στην ησυχία της νύχτας δεν ακούγεται τίποτε άλλο από το μοτέρ του αυτοκινήτου, που όλο και πλησιάζει. Σε λίγα δευτερόλεπτα οι προβολείς του πέφτουν επάνω στους δύο Βρετανούς που στέκουν ψύχραιμοι στη μέση του δρόμου κρατώντας ο ένας το σήμα «στοπ» και ο άλλος ένα αναμμένο φακό με κόκκινο φως.
Το αυτοκίνητο κόβει ταχύτητα, ρολάρει στην άσφαλτο αργά και σταματάει μπροστά στα «όργανα ελέγχου». Ο στρατηγός, σαν αληθινός στρατιώτης, θέλει να είναι καθ’ όλα τυπικός. Δεν αρνείται τον έλεγχο. Με ατσάλινη ψυχραιμία ο ένας «Γερμανός» – ο Λη Φέρμορ – πλησιάζει προς την πλευρά του στρατηγού που παρακολουθεί την όλη σκηνή από το ανοιχτό παράθυρο του αυτοκινήτου με λίγη έκπληξη και πολλή ικανοποίηση.
–Ταυτότητα παρακαλώ, λέει με άψογη γερμανική προφορά.
Ο άλλος απαντάει κοφτά:
–Είμαι ο στρατηγός Κράιπε!
Ταυτόχρονα φέρνει το χέρι στην τσέπη για να βγάλει την ταυτότητά του. Δεν προλαβαίνει όμως να ολοκληρώσει την κίνησή του. Το βλέμμα του πετρώνει από την έκπληξη, καθώς ο Λη Φέρμορ του καρφώνει ένα πιστόλι στο στήθος λέγοντάς του με τόνο αποφασιστικό:
–Στρατηγέ Κράιπε! Από αυτή τη στιγμή είσθε αιχμάλωτος Βρετανών κομάντος! Τα υπόλοιπα γίνονται με κινηματογραφική ταχύτητα. Ο Λη Φέρμορ ανοίγει απότομα την πόρτα, αρπάζει το στρατηγό και τον βγάζει βίαια έξω. Ο οδηγός κάνει να αρπάξει από δίπλα ένα αυτόματο, αλλά δεν προλαβαίνει. Ο λοχαγός Μοςς αφού τον θέτει εκτός μάχης με ένα χτύπημα, ανοίγει την πόρτα και τον «αδειάζει» στην άσφαλτο. Πριν καλά καλά ολοκληρωθούν όλες αυτές οι κινήσεις, οι υπόλοιποι άντρες της ομάδας έχουν πεταχτεί στο δρόμο. Ο στρατηγός μάταια προσπαθεί να ξεφύγει από τα χέρια του Λη Φέρμορ. Αντιστέκεται με πείσμα. Ώσπου καταφθάνει ο Πατεράκης, τον ακινητοποιεί με μία «γονατιά» και του περνάει χειροπέδες.
Ο αγέρωχος στρατηγός της Βέρμαχτ έχει φρυάξει στην κυριολεξία. Εξακολουθεί να αντιστέκεται τινάζοντας το σώμα του δεξιά και αριστερά σαν αγκιστρωμένο ψάρι. Ώσπου ακινητοποιείται εντελώς δεμένος με σκοινί κατά το πρότυπο του μωρουδιακού «φασκιώματος» της παλιάς εποχής.
Την ίδια στιγμή ο αιχμάλωτος Γερμανός οδηγός και οι περισσότεροι άντρες της ομάδας χάνονται μέσα στα χωράφια κατευθυνόμενοι προς την περιοχή των Ανωγείων. Εκεί κάποιοι θα συναντηθούν με την κύρια ομάδα των απαγωγέων την επόμενη ημέρα, αν βέβαια πάνε όλα καλά.
Εκείνοι που μένουν στο δρόμο δε χάνουν καιρό. Οι πόρτες του αυτοκινήτου ανοιγοκλείνουν αστραπιαία. Ο λοχαγός περνάει στη θέση του οδηγού. Ο Λη Φέρμορ κάθεται δίπλα του φορώντας το πηλήκιο του στρατηγού με κατεβασμένο το γείσο του. Στο πίσω κάθισμα στριμώχνονται τρεις απαγωγείς κρατώντας στα γόνατά τους οριζοντιωμένο το στρατηγό. Δεξιά και αριστερά κάθονται οι Πατεράκης και Σαβιολάκης και στη μέση ο Τυράκης. 3.
«ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ»
ΔΙΑΦΥΓΗ Η πρώτη φάση του σχεδίου έχει πετύχει απόλυτα μέσα στον εκπληκτικό χρόνο του ενός λεπτού και εικοσιπέντε δευτερολέπτων. Ξεκινούν. Ο Μοςς, αφού παίρνει με ακροβατικό τρόπο την πρώτη στροφή, δοκιμάζει να σβήσει το εσωτερικό φως. Δυσκολεύεται, όμως, να βρει τον αντίστοιχο διακόπτη του «σπέσιαλ» για εκείνη την εποχή γερμανικού «Όπελ». Ώσπου υψώνεται κάποιο κοντάκι αυτομάτου και θρυμματίζει τη λάμπα. Πίσω ο στρατηγός διαμαρτύρεται και ζητάει να μάθει τι απέγινε το πηλήκιό του. Ο Λη Φέρμορ τον καθησυχάζει λέγοντας ότι «δεν έχει τίποτε». Πολύ φυσικό αφού το φορούσε ο ίδιος.
Το αυτοκίνητο είχε διανύσει μερικές εκατοντάδες μέτρα, όταν από την αντίθετη πλευρά του δρόμου εμφανίζεται μία γερμανική φάλαγγα από καμιόνια, γεμάτα στρατιώτες. Ένα πικρόγελο σχηματίζεται στα χείλη του Λη Φέρμορ, καθώς αναλογίζεται τις τραγικές συνέπειες που θα είχαν προκύψει για την ομάδα, αν η απαγωγή γινόταν με καθυστέρηση λίγων λεπτών. Τα γερμανικά αυτοκίνητα παραμερίζουν για να περάσει ο στρατηγός. Πού να ήξεραν, όμως, οι οδηγοί τους ότι εκείνη τη στιγμή άνοιγαν δρόμο στους απαγωγείς του…
Στο πίσω κάθισμα ο Κράιπε μάταια ελπίζει ότι μπορεί να γίνει αντιληπτή η απαγωγή του από το φως των προβολέων των αυτοκινήτων. Ο ίδιος δεν μπορεί να κάνει τίποτε γι’ αυτό. Ο μοναδικός τρόπος για να ειδοποιήσει τους δικούς του είναι μια δυνατή κραυγή. Το κεφάλι του, όμως, είναι ακουμπισμένο στα γόνατα του Πατεράκη που είναι έτοιμος να του φράξει το στόμα με μία πετσέτα, τεντωμένη συνέχεια με το ένα χέρι λίγα εκατοστά πάνω από τα χείλη του. Με το άλλο χέρι κρατάει ένα αυτόματο, έτοιμος πάντα για το χειρότερο. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι αμίλητοι και οπλισμένοι σαν αστακοί απαγωγείς.
Το αυτοκίνητο καταβροχθίζει με ταχύτητα τα χιλιόμετρα. Μόλις πλησιάζει στο ύψος της βίλλας «Αριάδνη», οι φρουροί τρέχουν να ανοίξουν τη βαριά εξώπορτα. Αλλά η αστραφτερή «Όπελ» του στρατηγού «πετάει» για το Ηράκλειο. Ύστερα από αυτό οι φρουροί στήνονται σαν αγάλματα στην άκρη του δρόμου και χαιρετούν ζωηρά. Ο Λη Φέρμορ με ύφος στρατηγού ανταποδίδει το χαιρετισμό, ενώ με το άλλο χέρι σφίγγει τη λαβή ενός πιστολιού. Η ίδια σκηνή επαναλαμβάνεται πολλές φορές, καθώς το αυτοκίνητο διασχίζει την κεντρική λεωφόρο του Ηρακλείου.
Σ’ ένα σημείο της διαδρομής και συγκεκριμένα στο ύψος του τότε κινηματογράφου Πουλικάκη, η λεωφόρος ήταν πλημμυρισμένη από Γερμανούς στρατιώτες. Μόλις είχε τελειώσει η προβολή κάποιας ταινίας, από εκείνες που προωθούσαν ο Γκαίμπελς και οι συνεργάτες του σε όλες τις γερμανικές φρουρές της κατεχόμενης Ευρώπης. Δηλαδή, ταινίες – κονσέρβες και «Επίκαιρα» που αναφέρονταν στις «επιτυχίες» του τρίτου Ράιχ στην πρώτη γραμμή και τα μετόπισθεν. Οι στρατιώτες στη θέα του αυτοκινήτου του στρατηγού, πετιούνται σαν ξαφνιασμένα βατράχια δεξιά και αριστερά, παίρνουν τη στάση της προσοχής και χαιρετούν ζωηρά. Ο Λη Φέρμορ ανεβοκατεβάζει συνέχεια το χέρι του στο γείσο του «θαυματουργού» για εκείνη τη στιγμή πηληκίου του στρατηγού. Ώσπου το αστείο εκείνο θέαμα παραλίγο να μεταβληθεί σε τραγωδία. Αυτό συμβαίνει όταν σε μια στιγμή ένας Γερμανός ποδηλάτης μπερδεύεται μέσα στο πλήθος, χάνει για λίγο την ισορροπία του και βρίσκεται μπροστά στους τροχούς του αυτοκινήτου. Και ενώ όλα δείχνουν ότι το ατύχημα είναι αναπόφευκτο, ο Μοςς με ένα εκπληκτικά επιδέξιο ελιγμό παρακάμπτει τον ποδηλάτη. Έτσι μαζί με το ατύχημα αποφεύγεται η αναγκαστική στάθμευση, που θα σήμαινε ένα άδοξο όσο και τραγικό τέλος στην επιχείρηση απαγωγής. Η θέση των απαγωγέων αρχίζει να γίνεται εξαιρετικά δύσκολη, καθώς το αυτοκίνητο κατευθύνεται προς τη δυτική έξοδο της πόλης, τη λεγόμενη «Χανιόπορτα». Η έξοδος αυτή – πύλη του εκεί μεσαιωνικού κάστρου – στένευε τότε αρκετά από τα τσιμεντένια αντιαρματικά εμπόδια που είχαν κατασκευάσει οι Γερμανοί. Έτσι είναι μοιραίο οι απαγωγείς να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο με τους φρουρούς. Η πιθανότητα να γίνουν αντιληπτοί αγγίζει σχεδόν τα όρια της βεβαιότητας. Γι’ αυτό και ετοιμάζονται, καθώς λέμε, να τα παίξουν όλα για όλα. Ο στρατηγός σκεπάζεται με μία κουβέρτα, ο Λη Φέρμορ κατεβάζει πιο χαμηλά το πηλήκιο, ενώ ο Μοςς ελαττώνει ταχύτητα.
Οι οδηγίες του Βρετανού ταγματάρχη είναι σαφείς. Αν τους αντιληφθούν οι φρουροί θα τους χτυπήσουν με ελαστικά γκλομπς ή με πιστόλια εφοδιασμένα με σιγαστήρα. Αν πάλι πέσουν πάνω σε μεγάλο γερμανικό μπλόκο, τότε το λόγο θα έχουν τα αυτόματα. Το αυτοκίνητο ρολάρει αργά. Έχουν πλησιάσει περί τα δέκα μέτρα, όταν ένας από τους φρουρούς στρέφει το φακό του προς την πλευρά τους. Τα κεφάλια πίσω από το φωτισμένο «παρ – μπριζ» χαμηλώνουν. Το αυτοκίνητο προχωρεί αργά. Ταυτόχρονα, προχωρεί προς το μέρος του και ο φρουρός. Από στιγμή σε στιγμή υπάρχει κίνδυνος να αρχίσει μια ξαφνική οδομαχία με καταιγιστικά πυρά.
Ο φρουρός έχει πλησιάσει αρκετά, όταν ο Λη Φέρμορ τον ρωτάει δήθεν θυμωμένος σε άψογα γερμανικά: –Τι συμβαίνει; Είμαι ο στρατηγός Κράιπε! Και χωρίς να περιμένει απάντηση, προστάζει τον «οδηγό του»: –Γρήγορα! Προχώρει! Ο φρουρός ακούγοντας αυτές τις φωνές και ταυτόχρονα βλέποντας το πηλήκιο του στρατηγού «τραβάει» μια δυνατή προσοχή και χαιρετάει. Αυτό ήταν. Μεμιάς τον μιμούνται όλοι οι άντρες της φρουράς. Ο Μοςς, αφού λέει ένα τυπικό «γκουντ – νάχτεν», πατάει γκάζι και η «Όπελ» του στρατηγού τινάζεται μουγκρίζοντας προς τον ανοιχτό σκοτεινό δρόμο.
Σε λίγη ώρα το αυτοκίνητο με τους απαγωγείς φτάνει στα σύνορα των Νομών Ηρακλείου και Ρεθύμνης. Συγκεκριμένα, λίγο πριν από χωριό Γενή – Γκαβέ – η σημερινή ονομασία του είναι Νέα Αξός. Εκεί, σύμφωνα με το σχέδιο, σταματάνε. Ο στρατηγός ελευθερώνεται από τα δεσμά του, ο Λη Φέρμορ του δίνει το πηλήκιο και τον πληροφορεί ότι το σημείο αυτό οι δρόμοι τους χωρίζουν προσωρινά. Εκείνος δηλώνει ότι αρνείται να μείνει στα χέρια των Κρητών, προφανώς επειδή διαισθάνεται το μίσος των κατοίκων της Μεγαλονήσου ύστερα από τα φοβερά εγκλήματα των χιτλερικών. Ο συνομιλητής του τον διαβεβαιώνει ότι δεν έχει να φοβηθεί απολύτως τίποτε, επειδή βρίσκεται στα χέρια κομάντος, που σέβονται τους αιχμαλώτους πολέμου. Τελικά, ο στρατηγός πείθεται και δίνει το λόγο της στρατιωτικής του τιμής ότι δε θα επιχειρήσει να δραπετεύσει. Ύστερα από αυτές τις διαβεβαιώσεις η ομάδα χωρίζεται. Ο Λη Φέρμορ κάθεται στο βολάν του αυτοκινήτου παίρνοντας μαζί του τον Τυράκη. Οι άλλοι με τον αιχμάλωτο στρατηγό ακολουθούν ένα μονοπάτι που οδηγεί στην περιοχή των Ανωγείων. Εκεί, σύμφωνα με το σχέδιο, πρέπει να βρεθούν πριν ξημερώσει.
Ο στρατηγός ασυνήθιστος από αυτού του είδους το νυχτοπερπάτημα, βαδίζει με δυσκολία στο σκοτάδι ανάμεσα από θάμνους και κατσάβραχα. Πού και πού οι συνοδοί του σταματάνε για να του δώσουν την ευκαιρία να ξεκουραστεί. Προτού φανεί το πρώτο φως της ημέρας φτάνουν στο σημείο του προορισμού τους. Είναι μια σπηλιά στη βάση ενός θεόρατου βράχου, 2 – 3 χιλιόμετρα έξω από τα Ανώγεια.
Εδώ φτάνει με το πρώτο φως της ημέρας ο Λη Φέρμορ με τον Τυράκη, έχοντας εγκαταλείψει το αυτοκίνητο στη δεξιά άκρη του δρόμου, εκατό περίπου μέτρα πριν από το χωριό Χελιανά. Αυτό το σημείο είχε κριθεί ως κατάλληλο για την παραπλάνηση των Γερμανών. Και αυτό επειδή ο γειτονικός όρμος των Σεισών ήταν γνωστός στη γερμανική αντικατασκοπία ως χώρος αφιξαναχωρήσεων συμμαχικών αποστολών. Για να δώσουν στους Γερμανούς την εντύπωση ότι ο στρατηγός απήχθη από Βρετανούς κομάντος, άφησαν μέσα στο αυτοκίνητο μερικά είδη «made in England ». Μία χλαίνη, ένα πιστόλι και δύο πακέτα τσιγάρα. Άφησαν ακόμη και μια επιστολή, γραμμένη στη γερμανική γλώσσα. Με αυτή τονιζόταν ότι ο στρατηγός απήχθη από Βρετανούς κομάντος χωρίς τη βοήθεια Κρητών ενόπλων ή αμάχων, είναι έντιμος αιχμάλωτος πολέμου και ασφαλής, ευρισκόμενος εκτός Κρήτης και προοριζόμενος για το Κάιρο.
Η σκηνοθεσία της υποτιθέμενης αναχώρησης των κομάντος από τον όρμο των Σεισών, συμπληρώθηκε με το διασκορπισμό στην αμμουδιά φυσιγγίων «τόμμυγκαν » για να δοθεί η εντύπωση ότι έπεσαν από τους κομάντος κατά τη βιαστική φυγή τους. Δεν έλειψε και το παραδοσιακό αγγλικό φλέγμα. Στο τέλος της επιστολής αναφέρονταν τα εξής χαρακτηριστικά: « Ελπίζομεν να σας ίδωμεν συντόμως. Λυπούμεθα που είμεθα υποχρεωμένοι να εγκαταλείψωμε εδώ αυτή την ωραία κούρσα . . .».
4. «ΠΟΡΕΙΑ ΘΑΝΑΤΟΥ»
ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Από την Πέμπτη 27 Απριλίου μέχρι το Σάββατο 14 Μαΐου, επί 18 ημέρες, οι απαγωγείς με τον αιχμάλωτο στρατηγό, θα πραγματοποιήσουν μια άκρως επικίνδυνη πορεία στα κακοτρόχαλα βουνά της Κρήτης. Οι λεπτομέρειές της θυμίζουν σελίδες από συναρπαστικό πολεμικό μυθιστόρημα.
Εμείς εδώ, με βάση πάντα τη αφήγηση του Λη Φέρμορ, θα αναφερθούμε με επιγραμματικό τρόπο ξεκινώντας από τα Ανώγεια, όπου οι απαγωγείς φιλοξενήθηκαν από ντόπιους πατριώτες. Πάνω από τα κεφάλια τους πετούν γερμανικά αεροπλάνα για τον εντοπισμό τους. Ανάμεσά τους είναι και ένα «Φίζερελ Στορτς». Ο πιλότος του πετάει σε πολύ χαμηλό ύψος. Ελέγχει με επίμονο τρόπο την περιοχή και κάπου – κάπου αφήνει και από μία δέσμη προκηρύξεων. Με αυτές οι Γερμανοί επιχειρούν – μάταιος κόπος – να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους. Στο μεταξύ καταφθάνουν μερικά μέλη της ομάδας απαγωγής. Νωρίς το βράδυ ξεκινούν όλοι μαζί με το στρατηγό έφιππο. Φτάνοντας στο λημέρι του καπετάν Ξυλούρη διαπιστώνουν ότι ο εκεί εγκαταστημένος ασύρματος της «F. 133» βρίσκεται εκτός λειτουργίας. Ο Λη Φέρμορ εξαπολύει συνδέσμους με εντολή να διαβιβάσουν στο Κάιρο από κοντινούς ασυρμάτους έκτακτο σήμα για την επιτυχία της απαγωγής του «Θεόφιλου», όπως ήταν η συνθηματική ονομασία του στρατηγού. Με το ίδιο σήμα ζητά να μεταδοθεί από το BBC και άλλα συμμαχικά μέσα ενημέρωσης ότι ο Κράιπε βρισκόταν καθ’ οδόν για το Κάιρο. Το εκπληκτικό για την περίπτωση στοιχείο είναι ότι το BBC μετέδωσε μια είδηση από την οποία προέκυπτε ότι ο αιχμάλωτος και οι φρουροί του βρίσκονταν ακόμη στην Κρήτη. Είναι φανερό ότι η πολύτιμη αυτή ενημερωτική πηγή για τους λαούς της κατεχόμενης Ευρώπης, δεν ήθελε να ρισκάρει την παραδοσιακή αξιοπιστία της και, μάλιστα, σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές.
Η πορεία της ομάδας των απαγωγέων συνεχίζεται τις επόμενες ημέρες στην κυριολεξία μέσα από τις παρυφές μπλόκων που στήνουν παντού οι Γερμανοί. Το βράδυ της Πρωτομαγιάς ο Λη Φέρμορ και ο Γιώργος Τυράκης, αφού γλιστρούν σαν σκιές ανάμεσα από τις γερμανικές γραμμές, φτάνουν στην περιοχή του χωριού Παντάνασσα, όπου ήταν εγκαταστημένος ο ασύρματος του λοχαγού Ντικ Μπαρνς.
Με την κίνησή του αυτή ο Λη Φέρμορ εξασφαλίζει σοβαρά πλεονεκτήματα για την πορεία της όλης επιχείρησης. Βρίσκεται έξω από το γερμανικό κλοιό, κοντά στους συντρόφους του και σε συνεχή επικοινωνία με το Κάιρο. Έχει ακόμη στη διάθεσή του και τον ασύρματο του λοχαγού Ραλφ Στόκμπριτζ, που βρίσκεται στη μεσοδυτική πλευρά του νομού Ρεθύμνης.
Στις 6 Μαΐου έρχονται από το Ηράκλειο ο Μιχάλης Ακουμιανάκης και ο Ηλίας Αθανασάκης. Ο πρώτος για ειδική αποστολή και ο δεύτερος για να ακολουθήσει τους απαγωγείς στην Αίγυπτο. Τα νέα που φέρνουν είναι ενδιαφέροντα. Οι Γερμανοί έχουν φρυάξει στην κυριολεξία από τα πάθημά τους. Πρώτα ξέσπασαν στους υπεύθυνους για την ασφάλεια του στρατηγού και ύστερα στον άμαχο πληθυσμό.
Ωστόσο είχαν και τις αμφιβολίες τους. Η παραπλανητική πληροφορία ότι ο στρατηγός αυτομόλησε προς τη συμμαχική πλευρά, είχε δημιουργήσει μια κάποια απήχηση. Η συνεχής πρόσβαση του Λη Φέρμορ σε ασυρμάτους που κατείχαν συνάδελφοι του είχε τα καλά αποτελέσματά της. Με τον τεκμηριωμένο λόγο του ακυρώθηκαν δύο αποφάσεις του Συμμαχικού Στρατηγείου ως μη ενδεικνυόμενες για την περίπτωση. Η πρώτη προέβλεπε αναχώρηση της ομάδας απαγωγής από τον όρμο του Πλακιά, όπου όμως είχαν παρατηρηθεί συχνές εμφανίσεις γερμανικών δυνάμεων. Η δεύτερη μιλούσε για αποστολή κομάντος, με επικεφαλής τον λόρδο Τζέλλικο με αντικειμενικό σκοπό πρώτα την αιφνιδιαστική προσβολή με την υποστήριξη Κρητών οπλαρχηγών των γερμανικών δυνάμεων που στάθμευαν στην παραλία και ύστερα την παραλαβή της ομάδας με ML. Τελικά αποφασίζεται η ομάδα να συνεχίσει την πορεία της με προορισμό τη νοτιοδυτική παραλία της Κρήτης, στα όρια των νομών Ρεθύμνης και Χανίων. Εκεί λειτουργούσε ασύρματος του λοχαγού Ντέννις Τσικλητήρα. Σύμφωνα με διαβεβαίωση του Λη Φέρμορ προς το συντάκτη αυτού του κειμένου, ο αξιωματικός αυτός του βρετανικού στρατού καταγόταν από την ομώνυμη ιστορική οικογένεια της Πύλου. Το βράδυ της 7ης Μαΐου ξεκινούν με το στρατηγό καβάλα σ’ ένα μουλάρι. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα και ενώ πλησίαζαν στο χωριό Καρίνες, από λίγο να γίνει το μεγάλο κακό. Σ’ ένα απότομο τίναγμα του μουλαριού ο στρατηγός χάνει την ισορροπία του και πέφτει. Την τελευταία στιγμή ο Στρατής Σαβιολάκης προλαβαίνει και τον συγκρατεί. Διαφορετικά το κεφάλι του θα θρυμματιζόταν πάνω σ’ ένα βράχο. Από την πτώση του ο στρατηγός παθαίνει εξάρθρωση της ωμοπλάτης. Του δένουν πρόχειρα το χέρι με ένα μαντήλι και προχωρούν. Σε λίγο συναντιούνται με τα στελέχη της τοπικής αντίστασης Γιάννη Κατσά και Σταύρο Μαρκαντωνάκη. Τους υποδέχονται με χαρές και κεράσματα με τσικουδιά. Σαν σε γάμο ή άλλη μεγάλη χαρά. Η παραδοσιακή κρητική λεβεντιά και φιλοξενία σε όλο της το μεγαλείο. Σε μία στιγμή ο Κράιπε γυρίζει προς τον Λη Φέρμορ και τον ρωτάει : «Ήθελα να ξέρω ποιος κρατάει την Κρήτη. Εμείς ή εσείς οι Άγγλοι;».
Η απόσταση μέχρι το καθορισμένο σημείο διαφυγής όλο και μικραίνει. Αντίθετα, οι κίνδυνοι μεγαλώνουν. Το μεσημέρι της 9ης Μαΐου αποτρέπεται από την καλή τύχη των απαγωγέων μία σφοδρή σύγκρουση τους με μεγάλη επωχούμενη γερμανική δύναμη στην περιοχή της Αργυρούπολης. Το βράδυ ο κίνδυνος απειλεί και πάλι τη σωματική ακεραιότητα του στρατηγού. Καθώς πεζοπορεί ακουμπώντας σ’ ένα μπαστούνι, ξαφνικά χάνει το βηματισμό του και πέφτει κατρακυλώντας προς το βάθος της όχθης ενός ξεροπόταμου. Στέκεται, όμως, τυχερός. Ο κορμός ενός δέντρου συγκρατεί το ταλαιπωρημένο κορμί του, πάνω στο φρύδι του γκρεμού. Από εκεί τον ανασύρουν με μεγάλη προσπάθεια ο Λη Φέρμορ και Μανόλης Πατεράκης. Εκείνος άλλοτε διαμαρτύρεται και άλλοτε μορφάζει από τους πόνους. Πιο πολύ υποφέρει στο χτυπημένο χέρι του. Ύστερα από αυτό το ατύχημα, η ομάδα αναγκάζεται να παραμείνει εκεί μέχρι το επόμενο βράδυ, όταν ξαναρχίζει η κοπιαστική πεζοπορία. Έτσι φτάνουμε στην Παρασκευή 13 Μαΐου όταν ο ασύρματος του λοχαγού Ντένις Τσικλητήρα παίρνει ένα ευχάριστο μήνυμα από το Κάιρο. Αναφέρει ότι το επόμενο βράδυ, στις 10 ακριβώς, ένα ML θα προσεγγίσει στον όρμο του χωριού Ροδάκινου για να παραλάβει τον στρατηγό και τους απαγωγείς του.
Το κρίσιμο ραντεβού πραγματοποιείται με απόλυτη ακρίβεια και χωρίς κανένα επεισόδιο. Όλοι έχουν στρέψει τα βλέμματά τους προς το σκοτεινό πέλαγος. Ο στρατηγός φαίνεται ότι έχει χάσει κάθε ελπίδα για κάποιο ξαφνικό «θαύμα » που θα έφερνε την απελευθέρωσή του. Ώσπου σε μία στιγμή από το πέλαγος ακούγεται ο βόμβος μίας μηχανής. Είναι το αναμενόμενο ML με κυβερνήτη ένα γενειοφόρο θαλασσόλυκο, τον Μπράιαν Κόουλμαν. Αφού γίνεται η σχετική συνεννόηση με φωτεινά σήματα, το σκάφος πλησιάζει προς την παραλία και ποδίζει σε μικρή απόσταση από την άκρη της. Σε λίγα λεπτά πλησιάζουν δύο βάρκες κατάφορτες από εφόδια και Βρετανούς κομάντος. Επικεφαλής τους είναι ο Μπομπ Μπέρρυ. Ένα παλληκάρι που σκοτώθηκε αργότερα στις επιχειρήσεις της Δωδεκανήσου.
Η επιβίβαση στο πλοίο γίνεται σύντομα. Πρώτος ανεβαίνει ο στρατηγός και ύστερα όλοι οι άλλοι. Φεύγουν οι: Λη Φέρμορ, Μοςς, Πατεράκης, Σαβιολάκης, Τυράκης, Χναράκης, Αθανασάκης, Παπαλεωνίδας, Γιώργης Χαροκόπος, ο λοχαγός Ντέννις Τσικλητήρας, μερικοί Χανιώτες πατριώτες και δύο Γερμανοί αιχμάλωτοι. Για τον Γιώργη Χαροκόπο, τον καταγόμενο από το χωριό Πατσός Ρεθύμνης, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο ίδιος και τα μέλη της οικογένειάς του είχαν ενεργό συμμετοχή στην Κρητική αντίσταση. Ο ίδιος συμμετείχε στην επιχείρηση φυγάδευσης του στρατηγού. Ακόμη θα πρέπει να σημειωθεί ότι συγκέντρωσε και δημοσίευσε στα δύο βιβλία του που προαναφέρθηκαν, πολλά και σημαντικά στοιχεία για την απαγωγή του στρατηγού Κράιπε και τον «πόλεμο των κατασκόπων » στην Κρήτη κατά την περίοδο 1941 – 1944.
Το επόμενο βράδυ ο στρατηγός και οι συνοδοί του αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Μάρσα Ματρούχ. Η εκπληκτική σε σύλληψη και εκτέλεση επιχείρηση απαγωγής του στρατηγού Κράιπε, είχε διαβεί πια το κατώφλι της Ιστορίας.
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε για πολλά χρόνια είχε παγκόσμια απήχηση. Απασχόλησε ιστορικούς συγγραφείς, δημοσιογράφους, σεναριογράφους και παραγωγούς κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών προγραμμάτων. Ήταν ένα παράτολμο εγχείρημα άριστα σχεδιασμένο, αλλά και καταδικασμένο σε αποτυχία, αν δεν υπήρχε σταθερή και σθεναρή σύμπραξη Κρητών πατριωτών πριν, κατά και μετά την εφαρμογή του σχεδίου απαγωγής.
Πάνω σ’ αυτό το ζήτημα ο Λη Φέρμορ ήταν κατηγορηματικός. Μεταφέρεται εδώ ένα μικρό κομμάτι από τη συνέντευξή του προς τον συντάκτη αυτού του κειμένου. Είπε επί λέξει:
«Για μένα η θαυμάσια ομολογουμένως επιτυχία της απαγωγής, οφείλεται στην προθυμία και την αφοσίωση όλων των Κρητών συνεργατών μου. Όταν σχεδίαζα την απαγωγή με ενέπνεε η γενναιοψυχία του κρητικού λαού. Στη συμπαράστασή του στήριζα όλες τις ελπίδες μου. Και τα γεγονότα που επακολούθησαν επιβεβαίωσαν τις προβλέψεις μου με πανηγυρικό τρόπο. »
Η στάση των Κρητών ξεπερνούσε τα όρια της τυπικής συμμαχίας. Μας έκαναν μέλη της οικογένειάς τους και μας αγαπούσαν πολύ. Μέχρι σημείου να μας συγχωρήσουν όλα τα λάθη που κάναμε. Τα αναπόφευκτα λάθη σε κάθε πόλεμο». Τριάντα χρόνια αργότερα ο στρατηγός Κράιπε με τη σύζυγό του και όλα τα μέλη της ομάδας απαγωγής του εμφανίστηκαν σε τηλεοπτική εκπομπή στη Αθήνα, με τον Λη Φέρμορ σε ρόλο αμφιτρύωνα καλής θέλησης. Ήταν μια ξεχωριστή στιγμή. Όταν παλιοί πολεμιστές μιλούσαν με πολύ σεβασμό σ’ ένα παλιό αμείλικτο διώκτη τους. Το στοιχείο της λήθης και της καταλλαγής επικράτησε και στην περίπτωση του Μανόλη Πατεράκη, ενός από τα μέλη της ομάδας απαγωγής Διορίστηκε φύλακας στο γερμανικό νεκροταφείο του Μάλεμε. Εκεί όπου ως νεαρός χωροφύλακας είχε πολεμήσει με δεκάδες συναδέλφους του και πολίτες τους ουρανοκατέβατους πάνοπλους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές.
Κάποιοι από αυτούς που επέζησαν τον κάλεσαν στο Σααρμπρύκεν της Γερμανίας. Εκεί τον φιλοξένησαν και του απένειμαν τιμητική πλακέτα για την παράτολμη ενέργειά του να συμμετάσχει στην απαγωγή ενός Γερμανού στρατηγού.
Μετά τον τερματισμό του πολέμου ο Λη Φέρμορ συνδέθηκε στενά με τη Μεσσηνία. Έχτισε σπίτι στην Καρδαμύλη και έγραψε πολλά και σημαντικά για τη Μάνη και τους Μανιάτες. Μέχρι τα βαθιά του γεράματα μαζί με βετεράνους του πολέμου παρευρισκόταν στις εκδηλώσεις για τη μεγάλη μάχη στην Καλαμάτα, του 1941. Αναμφίβολα ο Πάτρικ Λη Φέρμορ υπήρξε μία ιδιοφυΐα στον ανορθόδοξο πόλεμο κατά την περίοδο 1941 – 1944. Η όλη δράση του πρέπει να αξιολογείται με το πνεύμα της σύγχρονης ιστορικής έρευνας και κριτικής που τείνουν να ταυτιστούν με τις θετικές επιστήμες. Πρωτίστως πρέπει να εξηγηθούν – όπως λέμε στην ιστορική επιστήμη – τα τότε γεγονότα με τα τότε κριτήρια. Όχι με τα σημερινά κριτήρια και πολύ περισσότερο με τα προσωπικά του συγκεκριμένου ερευνητή. Κάποιοι αξιολογούν τα κατοχικά γεγονότα μέσα από ένα διαθλαστικό πρίσμα ιδεοληπτικής και μικροπολιτικής θεώρησης.
Κάποιοι άλλοι συνδυάζουν την απαγωγή του στρατηγού Κράιπε με τα γερμανικά αντίποινα που ακολούθησαν – πάντα έτσι αντιδρούσαν οι Γερμανοί σε τέτοιες περιπτώσεις. Το ζήτημα αυτό δεν έχει απασχολήσει την ιστοριογραφία όσο θα έπρεπε. Συνήθως εκτοξεύονται μεγαλόστομες και ατεκμηρίωτες αρές και καταφορές, όχι σπάνια και από λόγους ειδικής σκοπιμότητας.
Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι αυτές οι περιπτώσεις έχουν ένα ομόκεντρο και σταθερό σημείο φιλοσοφικής αναφοράς. Το αξεπέραστο μέσα στους αιώνες αρχαιοελληνικό παρηχητικό απόφθεγμα: «Πόλεμος πατήρ πάντων».
Ο Στρατηγός Κράιπε
Λίγο πριν την απαγωγή. Φιλεντέμ και Μός ντυμένοι Γερμανοί
______________ * Τα στοιχεία κατά το μέγιστο μέρος προέρχονται από παλαιότερη ευρύτατη έρευνα του συγγραφέα στην Κρήτη και συνεντεύξεις του με τον Πάτρικ Λη Φέρμορ και συνεργάτες του κατά την επιχείρηση απαγωγής του Γερμανού στρατηγού. Βασική Βιβλιογραφία 1. Stanley Moss, Ill – met by moonlight, New York 1950. 2. Γιάννη Β. Ιωαννίδη, Έλληνες και ξένοι κατάσκοποι στην Ελλάδα, Αθήνα 1952. 3. Γεωργίου Ε. Χαροκόπου, Το Φρούριο Κρήτης – Ο Μυστικός Πόλεμος, 1941 – 1944, Αθήνα 1971, Εκδόσεις Ευαγγελίου. 4. Του ιδίου, Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, Αθήνα 1973, Εκδόσεις «Ίδη». 5. Χρήστου Κ. Ρέππα, Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, Περ. «Επιθεώρησις Χωροφυλακής» 7 (1976) σσ. 348 – 355, 410 – 419.
Η πορεία στον χιονισμένο Ψηλορείτη. Ο Κράιπε είναι ο δεύτερος στη φωτό.
Η αρχική ομάδα των απαγωγέων
______________ * Τα στοιχεία κατά το μέγιστο μέρος προέρχονται από παλαιότερη ευρύτατη έρευνα του συγγραφέα στην Κρήτη και συνεντεύξεις του με τον Πάτρικ Λη Φέρμορ και συνεργάτες του κατά την επιχείρηση απαγωγής του Γερμανού στρατηγού. Βασική Βιβλιογραφία 1. Stanley Moss, Ill – met by moonlight, New York 1950. 2. Γιάννη Β. Ιωαννίδη, Έλληνες και ξένοι κατάσκοποι στην Ελλάδα, Αθήνα 1952. 3. Γεωργίου Ε. Χαροκόπου, Το Φρούριο Κρήτης – Ο Μυστικός Πόλεμος, 1941 – 1944, Αθήνα 1971, Εκδόσεις Ευαγγελίου. 4. Του ιδίου, Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, Αθήνα 1973, Εκδόσεις «Ίδη». 5. Χρήστου Κ. Ρέππα, Η απαγωγή του στρατηγού Κράιπε, Περ. «Επιθεώρησις Χωροφυλακής» 7 (1976) σσ. 348 – 355, 410 – 419.
{ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ} Η μεγάλη απαγωγή ~ Στρατηγός Κράιπε
Reviewed by junior
on
20:00
Rating:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου